Ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται αλλά από τις αρχές του σχεδόν υπήρξε μια κορυφαία εξέλιξη στο επίπεδο της διεθνούς δικαιοσύνης. Σύμφωνα, λοιπόν, με ανακοίνωση (https://www.icj-cij.org/public/files/case-related/182/182-20220301-PRE-01-00-EN.pdf) που είχε εκδώσει την 1η Μαρτίου το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (International Court of Justice, ICJ), οι Ουκρανοί είχαν ήδη υποβάλει ενώπιόν του ισχυρισμούς περί τέλεσης γενοκτονίας εις βάρος τους από τους Ρώσους. Μάλιστα, το ICJ ενημέρωνε την παγκόσμια κοινότητα ότι στις 7 και 8 Μαρτίου θα διεξάγονταν οι πρώτες προφορικές ακροάσεις επί των ήδη υποβληθέντων στο Δικαστήριο ισχυρισμών της Ουκρανίας, στις οποίες, ωστόσο, η Ρωσία δεν προσήλθε.
To παραπάνω γεγονός από μόνο του και πέραν της τεράστιας νομικής του βαρύτητας αποκτά τη δική του ιστορικότητα, καθώς η γενοκτονία δεν είναι απλά μια υπαρξιακή απειλή κατά ενός έθνους, μιας ομάδας ή μιας οντότητας αλλά στοχεύει ad hoc στον εκ ριζών εξοβελισμό του θυματοποιημένου στόχου. Οι ισχυρισμοί, λοιπόν, των Ουκρανών έχουν ως διεθνές νομικό θεμέλιο τη Σύμβαση για την αποτροπή και την τιμωρία του εγκλήματος της γενοκτονίας (Convention on the prevention and punishment of the crime of genocide, https://www.refworld.org/cgi-bin/texis/vtx/rwmain/opendocpdf.pdf?reldoc=y&docid=4cb2fb692) που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1948 και την οποία, μάλιστα, η Ρωσία (τότε ΕΣΣΔ) την υπέγραψε το 1949 και επικύρωσε το 1954.
Με βάση την άνω Σύμβαση (άρθρο 2) ως γενοκτονία νοείται οποιαδήποτε εκ των κατωτέρω πράξεων, ενεργούμενη με την πρόθεση ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος, εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής, ως τοιαύτης: α) Φόνος των μελών της ομάδος. β) Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητας των μελών της ομάδος. γ) Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος σε συνθήκες διαβίωσης που δύνανται να επιφέρουν την πλήρη ή τη μερική σωματική καταστροφή αυτής. δ) Μέτρα αποβλέποντα στην παρεμπόδιση των γεννήσεων στους κόλπους ορισμένης ομάδος και ε) Αναγκαστική μεταφορά παιδιών μιας ομάδος σε άλλη ομάδα.
Σύμφωνα δε με το άρθρο 3 της Σύμβασης τιμωρούνται, πέραν της γενοκτονίας, η συνεννόηση προς διενέργεια γενοκτονίας, η άμεση και δημόσια προτροπή προς διενέργεια γενοκτονίας, η απόπειρα γενοκτονίας και η συνεργία στη γενοκτονία.
Το ερώτημα της υπόθεσης (αν οι Ρώσοι όντως διαπράττουν ‘‘γενοκτονία’’ κατά των Ουκρανών) είναι κορυφαίας νομικής, ιστορικής και διεθνοπολιτικής σημασίας και προσωπικά έχω πρόθεση, στο πλαίσιο έστω της νοηματικής και ουσιαστικής ψηλάφησης και μόνο του θεμελιακού αυτού ερωτήματος, να σταθώ σε ορισμένες βασικές αξιακές θέσεις που διατύπωσε το ICJ σε μια μνημειώδη και ιστορική απόφασή του το 2007, αυτή δηλαδή της υπόθεσης γενοκτονίας με αιτούσα τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και κατηγορούμενη αρχικά την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας που εν συνεχεία έγινε Σερβία-Μαυροβούνιο και εν τέλει Δημοκρατία της Σερβίας (Bosnia and Herzegovina v. Serbia and Montenegro Judgment on 26-2-2007, https://www.icj-cij.org/public/files/case-related/91/091-20070226-JUD-01-00-EN.pdf).
Το ICJ επισημαίνει, λοιπόν, ότι για το διεθνές έγκλημα της γενοκτονίας πρέπει να καταλογίζεται στον ‘‘δράστη’’ ειδική εγκληματική πρόθεση για την εξάλειψη ενός μέρους ή του όλου της ‘‘προστατευόμενης ομάδας’’ (εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής, θρησκευτικής οντότητας). Δεν αρκούν, επομένως, απλώς φόνοι εκ προμελέτης κάποιων μελών μιας ομάδας (οντότητας) αλλά απαιτείται ως προς την κατάφαση της γενοκτονικής mens rea (εγκληματικής προαίρεσης) να υφίσταται υπερχειλής και εξειδικευμένος δόλος (dolus specialis) από την πλευρά του ‘‘δράστη’’ που να στοχεύει στη μερική ή καθολική εξολόθρευση της ομάδας, αυτής καθεαυτής (‘‘as such’’). Υπό αυτήν την έννοια, η γενοκτονία, από απόψεως υποκειμενικής υπαιτιότητας, είναι μια εξτρεμιστική και απάνθρωπη μορφή δίωξης (persecution) των δραστών κατά των θυμάτων, όπως τόνισε στην άνω υπόθεση της γενοκτονίας των (μουσουλμάνων) Βοσνίων το ICJ.
Για τον δε ορισμό της ‘‘προστατευόμενης ομάδας’’ (protected group) εις βάρος της οποίας στρέφεται η ισχυριζόμενη γενοκτονία, το ICJ χρησιμοποιεί τρία κριτήρια. Κατά πρώτον, το μέρος της ομάδας που επιδιώκουν οι δράστες να εξολοθρεύσουν θα πρέπει να είναι ουσιαστικά σημαντικό ως προς την ύπαρξη, ταυτοποίηση και λειτουργία της ομάδας (Krstic´, IT-98-33-A, Appeals Chamber Judgment, 19 April 2004, paras. 8-11 ). Κατά δεύτερον, οι ενέργειες εκμηδενισμού (annihilation) της ομάδας αρκεί να λαμβάνουν χώρα σε έναν γεωγραφικά περιορισμένο χώρο και δεν είναι απαραίτητο να πραγματοποιούνται σε κάθε εδαφική περιοχή όπου έχει φυσική παρουσία η διωκόμενη (γενοκτονικά) ομάδα. Κατά τρίτον, ο αριθμός των ατόμων της ομάδας (οντότητας) που καθίστανται θύματα της γενοκτονικής επίθεσης δεν αξιολογείται υπό απόλυτους όρους αλλά μετρά γενικά το όλο μέγεθος της ομάδας. Το δε βάρος της αποδείξεως της ‘‘γενοκτονίας’’, κατά τον κλασικό, γενικό δικονομικό κανόνα, το έχει ο ισχυριζόμενος ότι διεπράχθη γενοκτονία.
Επίσης, το ICJ στην άνω πολύ σημαντική απόφασή του μας διαφωτίζει και περί του κομβικού ζητήματος αν η γενοκτονία διαπράττεται και από κράτη. Στην υπόθεση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης κατά της Σερβίας-Μαυροβουνίου, η αμυνόμενη πλευρά (αυτή των Σέρβων) υποστήριξε ότι η Σύμβαση για την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας είναι μια διεθνής συνθήκη στο πεδίο του ποινικού δικαίου που εστιάζει, όσον αφορά το ουσιαστικό της περιεχόμενο, στην ποινική δίωξη και τιμωρία μόνο φυσικών προσώπων και όχι στην απόδοση ευθυνών σε ολόκληρα κράτη. Αυτή, άλλωστε, η ερμηνευτική εκδοχή έχει τις ιστορικές της ρίζες στην πασίγνωστη ‘‘δίκη της Νυρεμβέργης’’, όπου το Δικαστήριο είχε υποστηρίξει ότι τα εγκλήματα κατά του διεθνούς δικαίου διαπράττονται από ανθρώπους και όχι από αφηρημένες οντότητες.
Το ICJ, ωστόσο, απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό. Το διεθνές δίκαιο επιβάλλει πανταχόθι υποχρεώσεις και έναντι αυτού υπέχουν ευθύνες τόσο τα φυσικά πρόσωπα, όσο και τα κράτη. Κι αυτός ο κανόνας συνιστά διαρκή σταθερά του διεθνούς δικαίου. Εξάλλου, το άρθρο 25§4 του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (Καταστατικού της Ρώμης) που έχει γίνει αποδεκτό από 104 χώρες, αναφέρει ρητώς ότι καμία διατάξη που αναφέρεται στην ποινική ευθύνη ατόμων (φυσικών προσώπων) δεν επηρεάζει (δεν αναιρεί, δεν αμβλύνει, δεν παραλλάσσει) την (ποινική) ευθύνη των κρατών.
Ακολούθως, το ICJ επιβεβαίωσε ότι τα συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση (περί γενοκτονίας) δεσμεύονται να μην διαπράττουν δια των προσώπων που τα εκπροσωπούν, των οργάνων ή των θεσμών τους εγκλήματα που αναφέρονται στη Σύμβαση. Έτσι, αν πρόσωπο που νομίμως εκπροσωπεί θεσμικά το κράτος, όργανο ή οποιοσδήποτε φορέας επιφορτισμένος με κρατική εξουσία, διαπράξει έγκλημα που προβλέπεται στη Σύμβαση, το έγκλημα αυτό καταλογίζεται στο ίδιο το κράτος.
Επί της ουσίας, για να υπάρξει και ένα νομολογιακό μέτρο σύγκρισης για τους ισχυρισμούς των Ουκρανών περί γενοκτονίας, θυμίζω ότι το ICJ στην υπόθεση της γενοκτονίας των μουσουλμάνων Βοσνίων από τους Σερβοβόσνιους έκρινε ότι γενοκτονία υπήρξε μόνο στο γεγονός της σφαγής στηSrebrenica (https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A3%CF%81%CE%B5%CE%BC%CF%80%CF%81%CE%AD%CE%BD%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%B1), όπου τον Ιούλιο του 1995 δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ 8.000 Βόσνιοι, άνδρες μουσουλμάνοι (από ανηλίκους μέχρι ηλικιωμένους) και θάφτηκαν εν συνεχεία μαζικά σε ομαδικούς τάφους.
Ελλείψει κατάφασης του ειδικού εγκληματικού δόλου (dolus specialis) και παρά το ότι έγινε αποδεκτό ότι όντως τελέσθη το λεγόμενο ‘‘actus reus’’ (η αντικειμενική υπόσταση) των εγκληματικών πράξεων, το ICJ έκρινε ότι δεν συνιστούσαν ‘‘πράξεις γενοκτονίας’’ ούτε οι 10.000 περίπου θάνατοι απλών Βόσνιων πολιτών από βομβαρδισμούς και πυροβολισμούς στο Sarajevo, ούτε οι θάνατοι 60 ατόμων από την ισοπέδωση της αγοράς Markale της βοσνιακής πρωτεύουσας, ούτε η θανάτωση 2.500 μουσουλμάνων Βοσνίων στην πόλη Zvornik καθώς και οι θάνατοι από την επίθεση στο νοσοκομείο της πόλης, ούτε η ‘‘σφαγή’’ 3.000 μουσουλμάνων Βοσνίων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Sušica, ούτε τα 540 θύματα που βρέθηκαν σε ομαδικό τάφο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Manjaca στη Banja Luka, ούτε οι εξολοθρεύσεις, η λιμοκτονία, τα βασανιστήρια και οι κτηνώδεις (πραγματικά αδιανόητες για το ανθρώπινο είδος) φρικαλεότητες των Σερβοβοσνίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης Foca Kazneno-Popravní Dom, Batkovic’, Omarska, Keraterm και Trnopolje, ούτε η καταστροφή μνημείων της ιστορικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής κληρονομιάς των μουσουλμάνων Βοσνίων.
Στην Ουκρανία, κατά την ρωσική πολεμική εισβολή, βομβαρδίζονται ανηλεώς κτίρια, υποδομές και κατοικίες, σκοτώνονται άμαχοι (απλοί πολίτες), επιχειρήθηκαν ήδη επιθέσεις με πυραύλους προς διάφορους αστικούς στόχους, από νοσοκομείο μέχρι και θέατρο, καταστρέφονται μνημεία της εθνικής πολιτιστικής κληρονομιάς των Ουκρανών και από τους ζώντες άλλοι αντιμετωπίζουν λιμοκτονικούς κινδύνους και άλλοι εκπατρίζονται.
Δεδομένου, λοιπόν, ότι, σύμφωνα με τα παραπάνω, ενώπιον του ICJ θα μπορούσαν να βρεθούν ως ‘‘κατηγορούμενοι για διάπραξη γενοκτονίας’’ τόσο ο Putin όσο και η ίδια η Ρωσία, τρία είναι, βεβαίως, τα θεμελιώδη πεδία επί των οποίων μια τέτοια υπόθεση θα μπορούσε να κριθεί:
Κατά πρώτον, θα εξεταζόταν από το ICJ ο περίφημος και άνω αναφερθείς dolus specialis για τη διάπραξη γενοκτονίας από την πλευρά της Ρωσίας ή αυτών που την εκπροσωπούν. Κατά δεύτερον, επειδή η ρωσική… ‘‘ειδική στρατιωτική επιχείρηση’’ είναι ακόμα εν εξελίξει και κλιμακώνεται, ενδιαφέρει μέχρι πού θα φτάσουν οι Ρώσοι, δηλαδή (ενδιαφέρει το) ποιο, ακριβώς και συγκεκριμένα, συνολικό πλαίσιο ενεργειών με θανατηφόρες, καταστροφικές και εκμηδενιστικές συνέπειες κατά του ουκρανικού λαού θα υλοποιήσουν. Και κατά τρίτον, απόλυτη σημασία έχει το καθολικό αποδεικτικό υλικό που θα επικαλεστούν (αν πρόκειται να γίνει δίκη ενώπιον του ICJ) οι Ουκρανοί.
Για παράδειγμα, οι Βόσνιοι είχαν προνοήσει και κατέθεσαν στη δικογραφία ενώπιον του ICJ αναφορές, αποφάσεις και εκθέσεις από διάφορα όργανα του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένων του Γενικού Γραμματέα, της Γενικής Συνέλευσης, του Συμβουλίου Ασφαλείας, της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, της Ειδικής Επιτροπής για την αποτροπή της διάκρισης και την προστασία των μειονοτήτων και του Ειδικού Εισηγητή (Special Rapporteur) για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην πρώην Γιουγκοσλαβία, έγγραφα από διακυβερνητικούς οργανισμούς, έγγραφα, αποδείξεις και αποφάσεις του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία, αναφορές και εκθέσεις από μη κυβερνητικές οργανώσεις, καθώς και πληθώρα δημοσιευμάτων του εγχώριου και διεθνούς τύπου.
Η τέλεση, λοιπόν, γενοκτονίας από τους Ρώσους, όπως οι Ουκρανοί ισχυρίζονται, στον παρόντα τουλάχιστον χρόνο, φαίνεται να είναι ένα απολύτως ‘‘ανοικτό ζήτημα’’ και παράλληλα, θα προσέθετα, μια εκ της φύσεώς της ουσιωδώς ‘‘αμφιλεγόμενη υπόθεση’’. Θεωρώ όμως, ότι σε άλλα νομικά και διεθνοπολιτικά πεδία, όπως είναι αυτά των ‘‘εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας’’ ή των ‘‘εγκλημάτων πολέμου’’, στην παρούσα φάση, τα πράγματα είναι ευνοήτως πιο εμφανή.
Ο όρος ‘‘εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας’’ είναι όρος του εθιμικού διεθνούς δικαίου, ο οποίος καθιερώθηκε μέσα από την ορολογία του διεθνούς ποινικού δικαστηρίου (κυρίως μέσα από τις υποθέσεις της Γιουγκοσλαβίας και της Ρουάντα).
Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 7 του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι ο φόνος, η εξόντωση, η υποδούλωση, η απέλαση ή ο δια της βίας εξοστρακισμός του πληθυσμού από τον τόπο κατοικίας του, η φυλάκιση ή οποιαδήποτε αποστέρηση της φυσικής ελευθερίας κατά παραβίαση των θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου, ο βιασμός, η σεξουαλική σκλαβιά, ο καταναγκασμός σε εκπόρνευση, η βίαια εγκυμοσύνη, η αναγκαστική στείρωση ή οποιαδήποτε πράξη όμοιας βαρύτητας, η δίωξη των μελών οποιασδήποτε οντότητας ή συλλογικότητας λόγω εθνικότητας, φυλής, φύλου, πολιτικών ή θρησκευτικών πίστεων που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και κάθε σχετικό με τα παραπάνω έγκλημα, η δια της βίας εξαφάνιση προσώπων, το έγκλημα του apartheid και οποιεσδήποτε απάνθρωπες πράξεις που προξενούν μεγάλης έντασης πόνο και σοβαρές σωματικές και ψυχοπνευματικές βλάβες.
Σε αντίθεση με τη γενοκτονία, στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν είναι απαραίτητο να στοχοποιείται μια συγκεκριμένη ομάδα (group). Το θύμα της επίθεσης σε ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας μπορεί να είναι o πληθυσμός ενός κράτους (civilian population) πλην των στρατιωτικών του δυνάμεων, ανεξαρτήτως της ενσωμάτωσής του στο κράτος ή του όποιου ταυτοτικού χαρακτηριστικού του. Επίσης, μια σημαντική διαφοροποίηση στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι ότι δεν απαιτείται να αποδεικνύεται οπωσδήποτε ένας ειδικός εγκληματικός δόλος. Αρκεί να καταφάσκεται ο απαιτούμενος δόλος του δράστη επί του να λάβουν χώρα οι πράξεις που αποτυπώνονται στον σαφή κατάλογο πράξεων του άρθρου 7 του Καταστατικού της Ρώμης, δηλαδή του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. O δε δράστης, φυσικά, πρέπει να είναι σε γνώση ότι επιτίθεται κατά αμάχου πληθυσμού (και όχι κατά των αντιπάλων στρατιωτικών δυνάμεων).
Όσον αφορά τα ‘‘εγκλήματα πολέμου’’, αυτά προκύπτουν από το διεθνές δίκαιο των Συνθηκών περί του πολέμου, το εθιμικό διεθνές δίκαιο και το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Προεξέχουσα θέση στο πεδίο αυτό έχουν οι Συνθήκες της Χάγης του 1899 και του 1907, ο Χάρτης της Νυρεμβέργης (η απόφαση επί της δίκης και οι αρχές της Νυρεμβέργης) και οι τέσσερεις Συνθήκες της Γενεύης του 1949 με το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλό τους, του 1977.
Επί παραδείγματι, ενδεικτικά και μόνο, σύμφωνα με την 6η αρχή της Νυρεμβέργης, στα εγκλήματα πολέμου συμπεριλαμβάνονται ρητώς από τον εξοστρακισμό αστικού πληθυσμού (deportation) από τα πατρώα εδάφη του μέχρι και τον αναιτιολόγητο βομβαρδισμό πολιτικών (και όχι στρατιωτικών) υποδομών και εγκαταστάσεων σε πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά, τον βομβαρδισμό δηλαδή που δεν ‘‘δικαιολογείται’’ πολεμικά, ως διενεργούμενος για την επίτευξη στρατιωτικού πλήγματος στον αντίπαλο.
Γίνεται, επομένως, αντιληπτό ότι το ενδεχόμενο να ‘‘κατηγορηθεί’’ η Ρωσία ενώπιον ενός διεθνούς δικαστηρίου είτε για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, είτε για εγκλήματα πολέμου είναι μια περίπτωση, συγκριτικά τουλάχιστον με την κατηγορία της σε βάρος της Ουκρανίας γενοκτονίας, σαφώς πιο ευσύλληπτη και πραγματοποιήσιμη.
Προσωπικά, πάντως, δεν γνωρίζω αν ποτέ τελικά θα δούμε και υπό ποίες ειδικότερες και συγκεκριμένες κατηγορίες ως ‘‘κατηγορουμένους’’ ενώπιον του ICJ είτε τον Putin είτε τη Ρωσία. Όπως δεν γνωρίζω, βεβαίως, αν οι δηλώσεις του πρώην Πρωθυπουργού της Φιλανδίας, Alexander Stump, σε πρόσφατη συνέντευξή του σε ελληνικό μέσο, ότι δηλαδή ο Ρώσος Πρόεδρος δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει αυτόν τον πόλεμο, καθότι οι ‘‘δικτάτορες’’ φεύγουν ή σε φέρετρο ή στη φυλακή ή με άσυλο σε άλλη χώρα(https://www.kathimerini.gr/opinion/interviews/561747841/o-alexanter-stoymp-stin-k-i-finlandia-anikei-sto-nato/), θα αποδειχθούν κάποτε είτε αβάσιμες είτε αληθινές.
Αυτό, όμως, που γνωρίζω και ήδη έντονα συναισθάνομαι είναι ότι ο ισχυρισμός που είχε γράψει ο Putin στο αναμφίβολα ιστορικό πια άρθρο του τον Ιούλιο του 2021 ‘‘On the historical unity of Russians and Ukrainians’’ (http://en.kremlin.ru/events/president/news/66181)’’ ότι δηλαδή Ρώσοι και Ουκρανοί ανήκουν πρακτικά και ιστορικά στο ίδιο και το αυτό έθνος (During the recent Direct Line, when I was asked about Russian-Ukrainian relations, I said that Russians and Ukrainians were one people – a single whole…. if you are talking about a single large nation, a triune nation, then what difference does it make who people consider themselves to be – Russians, Ukrainians, or Belarusians) είναι πια όχι ένας ευσεβής (για τους Ρώσους) πόθος αλλά μια χαμένη θεωρία, ένα θρυμματισμένο από τον πόνο, την προσφυγιά, το αίμα και τον θάνατο αφήγημα, ένα, αν προτιμάτε, ιστορικό-πολιτικό ασυμβίβαστο. Διότι, το απύθμενο μίσος που ο Ρώσος ηγέτης ήδη ‘‘έσπειρε’’ στις ψυχές των Ουκρανών, το οποίο πιθανόν θα μεταφέρεται από γενιά σε γενιά και ασφαλώς θα καταγράψει και εξηγήσει ο Ιστορικός του μέλλοντος, δεν βλέπω πώς μπορεί να ‘‘σβήσει’’ ή έστω να ‘‘καταχωνιαστεί’’ στα ‘‘ασήμαντα και επουσιώδη κιτάπια’’ της Ιστορίας…..
Κατερίνη, 24/3/2022
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW
LLM IN EUROPEAN LAW
Cer. LSE in Business, International
Relations and the political science
Σημείωση: O παρακάτω χάρτης δείχνει με απλό πράσινο χρώμα τις χώρες που έχουν υπογράψει αλλά και επικυρώσει τη Σύμβαση για την αποτροπή και τιμωρία του εγκλήματος της γενοκτονίας και με σκούρο πράσινο χρώμα τις χώρες που έχουν απλά προσαρτηθεί ως μέλη στη Σύμβαση.