Μεταναστευτικό-προσφυγικό, διεθνοποίηση της εργασίας, κέρδη και μισθοί

Του Δημήτρη Μάρδα
Καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ
π. Αν. Υπουργού Οικονομικών

Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 έχουμε την πρώτη μεγάλη προσπάθεια με σκοπό την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου των βιομηχανικών προϊόντων μέσω της μείωσης των δασμών εισαγωγής. Μετά από τρεις δεκαετίες περίπου το κύμα αυτό επεκτάθηκε στα αγροτικά προϊόντα και τις υπηρεσίες.

Οι προσπάθειες όμως αυτές δεν σταμάτησαν εκεί. Έτσι η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων όπως και των εργαζομένων (μεταναστών) τέθηκε επί τάπητος στις αρχές της δεκαετίας του 2000, στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Η αύξηση των κερδών μέσω της συμπίεσης των μισθών ή η συγκράτησή τους λόγω της άφθονης προσφοράς, χωρίς εμπόδια, εργασίας των μεταναστών στα κράτη υποδοχής, είναι η παρεπόμενη εξέλιξη μιας τέτοιας πρότασης.

Η αναδιάταξη των δυνάμεων στην ανοιχτή χωρίς φραγμούς αγορά, εισάγει λοιπόν σταδιακά την υποτίμηση του κόστους σε όλη την έκταση της αλυσίδας της αξίας. Οι μισθοί είναι το προπέτασμα μιας τέτοιας τάσης. Οι καμπύλες του κέρδους είναι αυτές που μετράνε από οτιδήποτε άλλο για τους υποστηριχτές της παγκοσμιοποίησης.

Στις ημέρες μας έχουμε μια νέα βίαια ολική επανεκκίνηση της παγκόσμιας οικονομίας. Τα φθηνά χέρια αφθονούν πλέον στον πλανήτη λόγω και του προσφυγικού προβλήματος, οπότε οι χαμηλότεροι μισθοί απειλούν να έρθουν στο προσκήνιο κτίζοντας έτσι μια νέα ισορροπία τρόμου υπέρ των κερδών. Είναι η κρίση που έψαχνε το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Ο Κορωνοϊός ήρθε ως δώρο εξ ουρανού για τους υποστηρικτές της διεθνοποίησης της εργασίας!

Και σε όλο αυτό το πανδαιμόνιο λοιπόν και σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, το προσφυγικό-μεταναστευτικό πρόβλημα έρχεται να εξυπηρετήσει τους στόχους της παγκοσμιοποίησης. Εδώ βέβαια συγκρούεται η αλληλεγγύη που οφείλουν να δείχνουν οι λαοί σε κάθε απελπισμένο πρόσφυγα-μετανάστη με την τάση για όλο και πιο ισχυρή διεθνοποίηση της εργασίας υπέρ των κερδών.

Από τα προαναφερθέντα εξαιρούνται φυσικά οι πρόσφυγες με υψηλό εισόδημα. Αυτοί  μετέφεραν έγκαιρα τα χρήματά τους στην Ευρώπη ή έκαναν επενδύσεις στις χώρες υποδοχής (π.χ. Σύροι πρόσφυγες, 1 δις δολάρια επενδύσεις στην Τουρκία, 550 εκ. δολάρια στην Αίγυπτο κ.λπ) προκαλώντας θετικές επιπτώσεις υπέρ όλων. Σε κάποιες περιπτώσεις μερίμνησαν τα κράτη υποδοχής για την προσέλκυσή τους χωρίς τυμπανοκρουσίες και περιττό θόρυβο .

Και όλα όσα συμβαίνουν, λόγω Covid, θέτουν τον πλανήτη σε άλλη τροχιά, ενώ οι  κυρίαρχοι των αγορών του χρήματος πατούν αυτήν την φορά σε δυο βάρκες.

Από τη μια, εκμεταλλεύονται στις ευκαιρίες που προσφέρουν τα απαξιωμένα  χρηματιστήρια και οι νέες αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, που ήταν στο ναδίρ προ Covid. Από την άλλη πατούν στην άφθονη φθηνή εργασία των μεταναστευτικών-προσφυγικών ρευμάτων.

Οπότε οι υποστηριχτές κάθε ανορθόδοξης προσέγγισης του άνευ όρων ανοίγματος των συνόρων ας προσέξουν μήπως και γίνονται το φερέφωνο της πιεστικής τάσης αύξησης των κερδών, που ασκείται μέσα από τους κανόνες της παγκοσμιοποίησης και της άφθονης φθηνής προσφερόμενης εργασίας των προσφύγων-μεταναστών.

Όταν μια χώρα έχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και περιορισμένο εργατικό δυναμικό, τότε η μετανάστευση τής προφέρει μια διέξοδο σε θέματα ζήτησης της εργασίας. Στην περίπτωση αυτή οργανώνει τον τρόπο υποδοχής των μεταναστών μέσω διμερών συμφωνιών με άλλα κράτη (Βλ. Γερμανία, Γαλλία κ.λπ).

Όταν μια άλλη χώρα όμως, όπως η Ελλάδα, με ισχνή αναπτυξιακή δυναμική και περιορισμένες ευκαιρίες απασχόλησης, επιδιώκει την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας των μη προσκεκλημένων μεταναστών-προσφύγων, τότε εύλογα αναμένεται ένα σύνολο αρνητικών επιπτώσεων με επίκεντρο τη συμπίεση των μισθών. Η τελευταία, όπως είναι αναμενόμενο, ενισχύει το ήδη ισχυρό κύμα μετανάστευσης Ελλήνων προς χώρες με καλύτερη προοπτική εισοδήματος. Και δε μεταναστεύουν μόνο μόνο οι επιστήμονες…

Αν στο πρόβλημα αυτό προστεθούν και τα δεδομένα γεωπολιτικού χαρακτήρα που συνδέονται με το προσφυγικό-μεταναστευτικό, τότε η λύση του παζλ γίνεται δυσκολότερη. Και εδώ έρχεται προς συζήτηση και το θέμα της απόδοσης της ιθαγένειας σε μετανάστες-πρόσφυγες και των επιπτώσεών της στα πολιτικά συστήματα των χωρών υποδοχής των προσφύγων (βλ. Γερμανία και την πολιτική δύναμη που απέκτησαν τα 2 εκατομμύρια Τούρκοι ψηφοφόροι-μετανάστες με Γερμανική ιθαγένεια) .

Οι μεταβλητές λοιπόν του προσφυγικού προβλήματος είναι πολλές και όχι μια. Κυρίαρχή βέβαια είναι ο σεβασμός της ζωής των προσφύγων-μεταναστών και η τήρηση των όσων προβλέπονται από τις Σύμβαση της Γενεύης του 1951. Η γνώση όμως του διεθνούς περιβάλλοντος και οι διαχρονικές προσπάθειες των ισχυρών του πλανήτη με σκοπό τη διεθνοποίηση της φθηνής προσφερόμενης εργασίας, αναπόφευκτα συγκρούονται με τις ευαισθησίες του κόσμου απέναντι σε κάθε κατατρεγμένο πρόσφυγα ή μετανάστη.

Τέλος, λύση στην ανισοκατανομή των προσφύγων-μεταναστών της περιόδου εντός της Ένωσης, δίνει το Άρθρου 80 της Συνθήκης και την Λειτουργία της ΕΕ σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται ρητά η «δίκαιη κατανομή των ευθυνών μεταξύ των κρατών-μελών…» στο εξεταζόμενο θέμα. Αν η Επιτροπή και το Συμβούλιο της ΕΕ αδυνατούν να το εφαρμόσουν, τότε τον λόγο έχει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.