Ο εχθρός λαός

Του Γ. Τεκίδη

Ενσωματωμένο και ακατάλυτο στοιχείο στο DNA της πολιτικής φιλοσοφίας και ιδεολογίας της δεξιάς ήταν και είναι το απαραβίαστο και περιβεβλημένο με ιερότητα ιδιοκτησιακό της δικαίωμα στο τόπο και στους ανθρώπους που τον κατοικούν. Από συστάσεως του κόσμου και των κοινωνιών της άγριας ανθρώπινης εκμετάλλευσης, της καταπίεσης, των θηριωδών ανισοτήτων, της αφαίρεσης ουσιαστικά του δικαιώματος για τους πολλούς να ζήσουν με αξιοπρέπεια, η δεξιά σε όλες της εκφάνσεις, ιδιαίτερα στη χώρα μας, θεωρούσε και θεωρεί αναφαίρετο δικαίωμα της να την διαφεντεύει αποκλειστικά αυτή. Με όλα τα μέσα και τις δυνατότητες που της παρέχει το Θεία Χάριτι δοθέν σε αυτή εξουσιαστικό δικαίωμα. Στο συλλογικό υποσυνείδητο της δεξιάς είναι εντυπωμένο με την μορφή αξιώματος διαχρονικά απαραβίαστο, πως η ύπαρξη και παρουσία της είναι συνυφασμένη αναντίρρητα με την υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, την τήρηση της κοινωνικής γαλήνης, της έννομης τάξης, της προστασίας όσιων και ιερών της χώρας.

Αλλοίμονο σε άτομα και συλλογικότητες που τόλμησαν η και τολμούν να αμφισβητήσουν τα κυριαρχικά της δικαιώματα σε έμψυχα και άψυχα πράγματα αυτού του τόπου. Τότε αυτή η δεξιά εξεγείρεται, ασφυκτιά και μετέρχεται κάθε μέσου, θεμιτού και αθέμιτου προκειμένου να αποκαταστήσει την επικείμενη διασάλευση της τάξης και να πατάξει και την σκέψη ακόμη πέρα από τη πρόθεση της λαϊκής πλεμπάγιας που την αμφισβητεί. Γιατί για την δεξιά το πόπολο, οι ξυπόλητοι και άπλυτοι, οι στερούμενοι πατριωτικών και ιδιαιτέρως εθνικών φρονημάτων, οι παρασυρμένοι από την ερυθρά και εθνομηδενιστική προπαγάνδα, πάντα ήταν ο όχλος, το κοινωνικό περιθώριο, το λούμπεν κοινωνικό κομμάτι, το στερούμενο προσόντων , ιδεών και προϋποθέσεων να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες. Κι ας ήταν οι παραπάνω η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία, η εκτεινόμενη στην πολιτική ορολογία από το Κέντρο μέχρι και την Κομμουνιστική αριστερά.

Στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας και ειδικά στην αμέσως μετά τον εμφύλιο Ελλάδα, οι αρμοί, οι κρατικές δομές και υπηρεσίες κτίστηκαν σε αυτήν ακριβώς τη βάση: στη πάση θυσία αποτροπή οιουδήποτε ενδεχομένου να διεκδικήσει άλλος την διακυβέρνηση του τόπου. Η παγίωση του βαθέως κράτους της δεξιάς, υπήρξε η πρώτη και μέγιστη προτεραιότητα. Η εθνικοφροσύνη το μέγα κριτήριο και διαβατήριο συνάμα, προκειμένου κάποιος να προχωρήσει στη ζωή του. Είναι παράλληλα η μετεμφυλιακή περίοδος κατά την οποία εμφανίστηκε το άκρως προσοδοφόρο επάγγελμα το λίαν επικερδές και καταξιωμένο στον δεξιό και ακροδεξιό πολιτικό αστερισμό. Και αυτό δεν ήταν άλλο από τον επαγγελματικό πατριωτισμό. Τον πατριώτη με το αζημίωτο, τον φανατικό διώκτη κάθε δημοκράτη,  κάθε  Αριστερού μιάσματος, του κάθε υπόπτου δολιοφθορέα  του εμφορούμενου από αισθήματα αρνησιπατρίας. Ήταν τότε που η πατρίς κινδύνευε από τους κόκκινους και τους συνοδοιπόρους τους και εκ των πραγμάτων οι υγιώς και εθνικά σκεπτόμενοι δεξιοί μαζί και η ακραία τους πτέρυγα εφάρμοσαν μέτρα και πολιτικές που προήγαγα, λόγου χάρη, τον τουρισμό στα ξερονήσια του Αιγαίου, άνθισαν οι στρατοπεδικές κατασκηνώσεις  με τη μεγάλη συμμετοχή σε αυτές, όλων όσων  συνωμοτούσαν και απεργάζονταν σχέδια ανατροπής του κρατούντος καθεστώτος , ονειρευμένοι ένα ανάλογο με της μαμάς Ρωσίας σύστημα.

Όσες φορές διακυβεύτηκαν τα κατά την δεξιά όσια και ιερά της πατρίδος και όσες φορές απειλήθηκε η μακροημέρευση της εξουσίας της, αυτή υπήρξε αμείλικτη στην προσπάθεια της να συντρίψει τις οποίες πιθανότητες επικράτησης των πολιτικών της αντιπάλων. Θορυβημένη από την εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ το 1958, κήρυξε συναγερμό και εξαπέλυσε κατά των ερυθρών εθνικών υπονομευτών τις δυνάμεις κρούσης του παρακράτους, όπως και τους κατασταλτικούς κρατικούς μηχανισμούς, προκειμένου να τιθασεύσει τους απάτριδες. Αποκορύφωμα του οργίου βίας και ανομίας σε ύπαιθρο και αστικά κέντρα σε βάρος δημοκρατών και πολιτικά προοδευτικών πολιτών, ήταν οι εκλογές του 1961. Στις εκλογές πού ψήφισαν και οι νεκραναστημένοι συμπολίτες μας, μαζί με δεκάδες-χιλιάδες δένδρα, για να σημειωθεί ο εκλογικός θρίαμβος της τότε ΕΡΕ.     Παρόλα αυτά, ατίθασος και αγνώμων αυτός ο λαός, συνέχισε στην μεγάλη του πλειοψηφία να μάχεται το κρατικο-παρακρατικό δεξιό καθεστώς προσδοκώντας το πρώτο δημοκρατικό ξέφωτο που τελικά έκανε την εμφανιση του  το 1964 με την ανάδειξη στη διακυβέρνηση της χώρας της πρώτης δημοκρατικής υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου κυβέρνησης. Παλάτι και δεξιό παρακράτος τελικά προτίμησαν και λείαναν το έδαφος προτιμώντας την Απριλιανή χούντα του 1967, παρά την ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής με μια δημοκρατική κυβέρνηση στο τιμόνι του τόπου. Την επιστροφή της δεξιάς μετά την πτώση της χούντας, ήρθε το έτος ορόσημο (1981) για τα εγχώρια πολιτικά χρονικά να αμφισβητήσει ο Α. Παπανδρέου ( η Αριστερά της Αριστεράς κατά τον Κων/νο Καραμανλή ) και να δώσει μια νέα πνοή και κοινωνική και οικονομική ανάταση στο κόσμο του μόχθου, στα λαϊκά και μικρομεσαία νοικοκυριά.

Όμως το μέγα μαγάρισμα για το δεξιό καθεστωτικό αφήγημα, η αποτρόπαια εξέλιξη γι αυτήν ήταν η ανάδειξη για πρώτη φορά στα ηνία της χώρας μιας Αριστερής κυβέρνησης το 2015.   Πανικός και τρόμος στους αδιάλλακτους εσαεί κληρονόμους των θώκων της εξουσίας.  Όρκοι επί όρκων έχουν δοθεί έκτοτε για να μην ξαναυπάρξει μια ανάλογη στο μέλλον εξέλιξη. Ορκισμένο και αποφασισμένο το βαθύ κράτος της δεξιάς, αγκαλιά με το σύγχρονο παρακράτος, το παρασιτικό κεφάλαιο, τον μαύρο δημοσιογραφικό εσμό και τους πρόθυμους πρώην ευαγγελιζόμενους την πολιτική αλλαγή, ακόμη και τον σοσιαλισμό, πολιτικάντηδες, μάχονται ξορκίζοντας τη στιγμή ανάδειξης μιας κυβέρνησης λυτρωτικής για τη πολύπαθη κοινωνική πλειοψηφία. Τα έργα και οι μέρες της πολιτικής κυβερνητικής συμμορίας, που δεν απέχει καθόλου από τις πρακτικές και τις μεθοδεύσεις μιας μαφίας, μαρτυρούν και επαληθεύουν τις προθέσεις της απέναντι στον εχθρό λαό. Τον λαό που επιτέλους κοντεύει η ώρα για να μιλήσει κι αυτός.