Επικοινωνήσαμε με την ψυχολόγο – ψυχοθεραπεύτρια κυρία Νάντια Ευαγγελινού, με την οποία είχαμε μία άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση πάνω σε μία σειρά θεμάτων που απασχολούν τον άνθρωπο των καιρών μας, τη μοντέρνα κοινωνία, τις ανθρώπινες σχέσεις, τις σύγχρονες δομές και τους θεσμούς. Με λόγο ρεαλιστικό, τολμηρό και διεισδυτικό, η κυρία Ευαγγελινού μας έδωσε μία πανοραμική οπτική της κοινωνίας μας, των προβλημάτων της, αλλά και των προοπτικών της. Λίγα λόγια για την εκλεκτή συνομιλήτρια μας.
Η Νάντια Ευαγγελινού σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., όπου ολοκλήρωσε και τις μεταπτυχιακές σπουδές της και εκπόνησε υπό την επίβλεψη του καθηγητή Γ. Κεχαγιόγλου διδακτορική διατριβή με τίτλο: «΄Εργα γυναικών συγγραφέων στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο (1949-1999)». Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα στρέφονται κυρίως γύρω από ζητήματα Νεοελληνικών Σπουδών και Πολιτισμού, Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Δραματολογίας και Θεωρίας του Θεάτρου.
Μετά τη δημόσια υποστήριξη της διατριβής της το 2001 και τη βαθμολόγησή της με «Άριστα», άσκησε διδακτικά καθήκοντα στον Τομέα Μ.ΝΕ.Σ. του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. Συμμετείχε, επίσης, σε συνέδρια, σε ερευνητικά προγράμματα, σε προγράμματα κινητικότητας διδακτικού προσωπικού, σε επιτροπές μαθητικών καλλιτεχνικών αγώνων της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας για την προώθηση της θεατρικής αγωγής στα σχολεία, σε επιτροπές φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους για την προώθηση του ελληνικού κινηματογράφου και πολιτισμού. Επιπλέον, δίδαξε για έξι έτη (2004-2010) το γνωστικό αντικείμενο του νεοελληνικού θεάτρου στην Κρατική Σχολή Δραματικής Τέχνης του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Στις δραστηριότητές της περιλαμβάνονταν η σκηνοθεσία θεατρικών παραστάσεων, η ενεργός συμμετοχή σε θεατρικούς οργανισμούς, η διδασκαλία της θεατρικής αγωγής σε εφήβους και η ενασχόληση με τη θεατρική συγγραφή.
Το 2008 φοίτησε σε Πρόγραμμα Εκπαίδευσης στη Συμβουλευτική Πράξη και Ψυχοθεραπεία στο Institute of Counselling and Psychological Studies στο University of Strathclyde. Οι σπουδές της στη Συμβουλευτική Πράξη και Ψυχοθεραπεία εστιάστηκαν και εξειδικεύτηκαν στην προσωποκεντρική προσέγγιση του Carl Rogers και μετά την ολοκλήρωση των παραπάνω σπουδών κρίθηκε και αξιολογήθηκε ως Προσωποκεντρική Σύμβουλος και Ψυχολόγος με βάση τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής και Ελληνικής Εταιρείας Ψυχοθεραπείας.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης που μας παραχώρησε:
Που οφείλεται, κατά τη γνώμη σας, η κατακόρυφη αύξηση των κρουσμάτων βίας μεταξύ ανηλίκων; Σας προβληματίζει η απαθής στάση των παιδιών ενώπιον περιστατικών βίας;
Η αύξηση των περιστατικών βίας στη νεολαία δεν αποτελεί μόνο ελληνικό, αλλά παγκόσμιο φαινόμενο. Προφανώς, η κοινωνία δείχνει τελευταία πιο ευαισθητοποιημένη είτε διότι τα θύματα βίας σπάνε πιο εύκολα πλέον τη σιωπή τους είτε γιατί οι Αρχές αντιμετωπίζουν με πολύ πιο αυστηρά μέτρα τα περιστατικά. Και βέβαια απαιτούνται σοβαρά μέτρα πρόληψης και καταστολής του φαινομένου από όλες τις πλευρές: από την οικογένεια και το σχολείο μέχρι τις δομές ψυχολογικής υποστήριξης και την αστυνομία.
Η διερεύνηση των αιτιών δεν είναι απλή. Υπάρχουν περιπτώσεις που η νεανική βία οφείλεται σε προβλήματα ψυχικής υγείας (π.χ. κατάθλιψη ή διαταραχές συμπεριφοράς του νέου, που έχουν μείνει ενδεχομένως αδιάγνωστες), αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις διαφαίνεται πως κύρια αιτία είναι οι δυσλειτουργικές σχέσεις των παιδιών με τους γονείς τους, οι χαλαροί, εύθραυστοι ή και ανύπαρκτοι δεσμοί μέσα στην οικογένεια, καθώς και η ελλιπής-ασταθής οριοθέτηση εκ μέρους των γονέων. Όταν, επιπλέον, στο οικογενειακό περιβάλλον υπάρχει κακοποίηση και παραμέληση ή άλλες αντικοινωνικές συμπεριφορές των κηδεμόνων, τότε οι πιθανότητες για εκδήλωση βίας, επιθετικότητας ή παραβατικότητας εκ μέρους των παιδιών γίνονται μεγαλύτερες.
Έχει παρατηρηθεί συχνά ότι ούτε οι ίδιοι οι γονείς είναι οριοθετημένοι ή άλλες φορές υποτιμούν κάποιες ενδείξεις βίαιης ή επιθετικής συμπεριφοράς του παιδιού τους ή προβάλλουν λανθασμένα πρότυπα «δυναμισμού» και «μαγκιάς», που παραβιάζουν έμπρακτα βασικούς κοινωνικούς κανόνες. Χρειάζεται να γίνει αντιληπτό εκ μέρους τους ότι «οριοθετώ» το παιδί μου δεν σημαίνει το «καταπιέζω», αλλά διαμορφώνω ένα ασφαλές πλαίσιο για να πορευτεί στη ζωή του. Ο γονιός θα πρέπει να βρίσκεται δίπλα στο παιδί του με ενδιαφέρον, ενσυναίσθηση και γνήσια αποδοχή, ακόμη και για να ακούσει πράγματα που δεν θα του αρέσουν με στόχο όχι τον έλεγχο και την κριτική, αλλά το διάλογο και την επικοινωνία.
Τέλος, ενημέρωση και συνεργασία μεταξύ γονέων και καθηγητών αποτελούν τους κυριότερους και τους πιο ουσιαστικούς τρόπους αντιμετώπισης της σχολικής βίας. Η δημιουργία ενός αξιακού συστήματος που θα περιλαμβάνει το σεβασμό και την ενσυναίσθηση προς τον Άλλον, αποτελούν κοινό στόχο.
Συμπληρώνοντας τα παραπάνω, θα ήθελα να προσθέσω ότι καθοριστικό ρόλο παίζουν στο ζήτημα της βίας και οι ομάδες των συνομηλίκων. Ο έφηβος οδηγείται φυσιολογικά στην παρέα από μια ανάγκη να καλύψει το αίσθημα του «ανήκειν», αλλά και συγχρόνως το αίσθημα της «αυτονομίας» και της δικής του ταυτότητας. Αρκετές φορές οδηγείται και σε παραβατικές «συμμορίες», οι οποίες επίσης έχουν αυξηθεί και είναι ιδιαίτερα ελκυστικές, καθώς παρέχουν το αίσθημα της εξουσίας και της επιβολής, έστω και με αρνητικό τρόπο. Έτσι, ο νέος μπορεί να οδηγηθεί σε πράξεις που πιθανόν θα μπορούσαν να αποφευχθούν, αν υπήρχε η σωστή επίβλεψη και καθοδήγηση.
Πως εξηγείτε τα περιστατικά γυναικοκτονιών που όλο και συχνότερα κάνουν την εμφάνισή τους στις μέρες μας; Συμφωνείτε με τον όρο “γυναικοκτονία”;
Είναι κοινή παραδοχή ότι στις μέρες μας τόσο στην Ελλάδα όσο και σε παγκόσμια κλίμακα η πιο διαδεδομένη μορφή βίας είναι αυτή που διαπράττεται κατά των γυναικών εντός του ενδοοικογενειακού πλαισίου. Όπως είναι γνωστό, πολλά περιστατικά του παρελθόντος δεν καταγράφονταν είτε γιατί δεν καταγγέλλονταν είτε γιατί οι καταγγελίες δεν έφταναν στο φως της δημοσιότητας είτε γιατί αποσύρονταν και δεν έφταναν ποτέ στα δικαστήρια. Η διαφορά είναι πως στην εποχή μας τα περιστατικά αυτά έρχονται στο φως της δημοσιότητας και οφείλουμε να παραδεχτούμε πως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης έχουν παίξει σημαντικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση, παρά τις κάποιες υπερβολές ενίοτε.
Πριν περάσουμε στις γυναικοκτονίες, θα ήθελα να επισημάνω πως αυτή την περίοδο αντικρύζουμε καθημερινά σκηνές μιας απίστευτης βίας κατά των γυναικών, ενώ συγχρόνως βλέπουμε παλαιά και ξεπερασμένα σεξιστικά στερεότυπα να παλινδρομούν και να παλινωδούν ως κυρίαρχα σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Τα στερεότυπα παίζουν σημαντικό ρόλο στις γυναικοκτονίες όχι μόνο γιατί διατηρούν και ενισχύουν ανισότητες και διακρίσεις σε βάρος των σύγχρονων γυναικών, αλλά και γιατί συντηρούν τις προσδοκίες των ανδρών για ένα τύπο «υποτακτικής και υποχωρητικής» γυναίκας μπροστά στον τύπο του ισχυρού άνδρα που την κατέχει, της επιβάλλεται, κυριαρχεί και την εξουσιάζει. Με βάση αυτά τα στερεότυπα, η βία κατά των γυναικών υποτιμάται ή δικαιολογείται ή ακόμη θεωρείται αποδεκτή και αναμενόμενη.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένα αξιοσέβαστο ποσοστό των δολοφονημένων γυναικών παγκοσμίως πεθαίνουν από το χέρι του ερωτικού τους συντρόφου. Συγκεκριμένα, οι πιο συνηθισμένες αιτίες πίσω από τους φόνους γυναικών είναι η προσβολή της τιμής της οικογένειας εκ μέρους της γυναίκας, το διαζύγιο ή ο χωρισμός, τον οποίον ο άνδρας εκλαμβάνει ως «εγκατάλειψη» ή εξ ολοκλήρου «απόρριψη», η επιθυμία της γυναίκας για ανεξαρτησία (οικονομική ή άλλη) που προσβάλλει την «αυτοεικόνα» του, εφόσον την θεωρεί εξάρτημα του. Κατά συνέπεια, κάθε προσπάθεια της γυναίκας να διαφύγει από τον έλεγχό του, του προκαλεί έντονο θυμό μέχρι τον παραλογισμό του φόνου, προκειμένου να ανακτήσει τη θέση ισχύος του και να ορίσει το απόκτημά του.
Τα εγκλήματα αυτού του τύπου είναι εξαιρετικά σοβαρά και αποτρόπαια. Αντικατοπτρίζουν βαθιά ριζωμένες κοινωνικές ανισότητες και πατριαρχικές αντιλήψεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα και αποτελεσματικά. Η βία κατά των γυναικών δεν είναι ποτέ αποδεκτή και πρέπει να καταδικάζεται απερίφραστα. Η κατανόηση και η αντιμετώπιση των στερεοτύπων είναι κρίσιμη για την πρόληψη της έμφυλης βίας και η εκπαίδευση και ενημέρωση απαραίτητη για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης ως προς την καταπολέμηση αυτών των στερεοτύπων.
Διευκρινιστικά ας επισημανθεί ότι ο όρος «γυναικοκτονία», ο οποίος εμφανίστηκε πολύ πρόσφατα στην ελληνική κοινωνία και στον δημόσιο λόγο, χρησιμοποιείται για να δηλώσει την ακραία μορφή έμφυλης βίας. Πρόκειται για την εκ προθέσεως δολοφονία μιας γυναίκας λόγω του φύλου της. Κατά την γνώμη μου, ο όρος “γυναικοκτονία” είναι σημαντικός γιατί βοηθάει να αναδειχθούν οι διακρίσεις, η ανισότητα, και η ακραία βία που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο. Πιστεύω ότι η χρήση αυτού του όρου βοηθά στο να αναδειχθεί το πρόβλημα, να ευαισθητοποιηθεί η κοινωνία και να κινητοποιηθεί προς την αντιμετώπιση του προβλήματος, προς την κατεύθυνση της αλλαγής. Βέβαια, υπάρχουν και άλλοι τρόποι, με τους οποίους μπορούμε να ενισχύσουμε την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας ως προς αυτό το θέμα.
Τα μέσα ενημέρωσης και η κουλτούρα μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας με την ενημέρωση του κοινού, την προβολή σχετικών θεμάτων και την προώθηση θετικών προτύπων. Επίσης, καθοριστικός είναι ο ρόλος των γυναικών που μιλάνε δημόσια και μοιράζονται τις εμπειρίες τους, διότι αυτές οι γυναίκες γίνονται πρότυπα και εμπνέουν άλλες να μιλήσουν και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους και γιατί ο δημόσιος διάλογος μπορεί να έχει τεράστια επίδραση στην ευαισθητοποίηση και την αλλαγή της κοινωνίας.
Θεωρείτε ότι οι συνθήκες που επικράτησαν στην κοινωνία μας με την πανδημία του κορωνοϊού ευνόησαν την επίταση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας;
Ασφαλώς και η πανδημία του κορωνοϊού, με τον εγκλεισμό και την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, έπαιξε σημαντικό ρόλο τόσο στην επίταση της εφηβικής βίας και επιθετικότητας όσο και στην επίταση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας. Ο εγκλεισμός ή καραντίνα και ο φόβος της διαπροσωπικής προσέγγισης συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στην αποσύνδεση του κοινωνικού ιστού.
Πως συνδέεται η ψυχοπαθολογία με τις σύγχρονες κοινωνικές δομές και τον σύγχρονο ρυθμό του βίου;
Η αύξηση της ψυχοπαθολογίας είναι ένα ανησυχητικό φαινόμενο, που επηρεάζει πολλές κοινωνίες παγκοσμίως. Συγκεκριμένα, στατιστικώς παρατηρείται αύξηση σε διαταραχές όπως η κατάθλιψη, το άγχος, και οι διαταραχές της διάθεσης και της συμπεριφοράς. Επιπλέον, διόλου συμπτωματικά όλο και πολλαπλασιάζονται οι άστεγοι, οι ανέστιοι και οι «παράλογοι» που κυκλοφορούν στο δρόμο. Άτομα που βιώνουν την περιθωριοποίηση και μια ζωή δίχως προοπτική και όνειρα, που τηρούν μια αρνητική-«αντικοινωνική» στάση, κυρίως παραβατική, εθισμένοι στις ουσίες (χάπια και ναρκωτικά), άτομα που επιβιώνουν με κίνδυνο της σωματικής ακεραιότητάς τους και εν δυνάμει δρουν και φέρονται επιθετικά, άτομα που μονολογούν ή «ακούνε φωνές» κλ.π.… Τα ψυχιατρικά και τα σωφρονιστικά ιδρύματα δεν θα τους χωρούσαν όλους, αν υπήρχε περίθαλψη ψυχικής υγείας για όλα τα άτομα αυτά.
Ο καθημερινός απλός άνθρωπος δεν βάλλεται λιγότερο. Νιώθει συχνά ανεπαρκής και ανήμπορος σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, όπου επικρατεί η ανασφάλεια, ο φόβος, η δυσπιστία, η καχυποψία, το αίσθημα αδικίας, ο ευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η εσωστρέφεια, η κυριαρχία της απαισιοδοξίας, η στέρηση της ηρεμίας. Ποιοι είναι εκείνοι οι παράγοντες που επηρέασαν στις μέρες μας τόσο αρνητικά την ψυχική υγεία των ατόμων; Ποιες οι συνθήκες που επιδείνωσαν τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες και ενίσχυσαν τα στερεότυπα και τις διακρίσεις; Προτείνω να τις αναζητήσουμε στις σύγχρονες οικονομικο-κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες ζωής.
Η λογική της ισχύος παράγει βία, που ξεκινά από την επιθετικότητα και την αναρχία και φτάνει ως την εμπόλεμη σύρραξη ή τις πολεμικές εκκαθαρίσεις. Η παγκοσμιοποιημένη τεχνολογία φέρνει εξοικείωση µε τη βία και στην πιο κυνική μορφή της. Η αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού προάγει την αδιαφορία για τον Άλλον και την κυριαρχία του ατομισμού. Η κρίση της επικοινωνίας στις διαπροσωπικές σχέσεις και ευρύτερα στις διακρατικές σχέσεις φέρνει κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις, πολιτική αποσταθεροποίηση, μεγαλύτερη όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, φανατισμό, υποχώρηση των ανθρωπιστικών αξιών. Η κρίση των αξιών και των θεσμών φέρνει χαλάρωση των κοινωνικών κανόνων και αναποτελεσματικότητα των νόμων. Η πολιτική διαφθορά φέρνει πολιτική απαξίωση και η πολιτιστική οπισθοδρόμηση με τη μορφή της μαζικής καταναλωτικής κουλτούρας έχει ως συνέπεια την αναστολή της καλλιέργειας του συναισθήματος και της ευαισθησίας των ανθρώπων.
Η μετανάστευση, ιδιαίτερα η παράνομη, επιδεινώνει σοβαρά το πρόβλημα της εγκληματικότητας, ιδίως σε καιρούς οικονομικής κρίσης. Το µεταναστευτικό κύμα, εμφανές σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, προλειαίνει το έδαφος για το ξέσπασμα ρατσιστικών αντιθέσεων και φανατισμένων αντιπαραθέσεων. Τέλος, η μισαλλοδοξία προκαλεί βάναυσες συμπεριφορές που σπέρνουν το άσπονδο μίσος ανάμεσα σε αντιπαρατιθέμενες ομάδες (είτε θρησκευτικές είτε αθλητικές είτε εθνοτικές είτε διεμφυλικές κ.ά).
Σαφέστατα παγκοσμίως, στην περίοδο από το 2011 (οικονομική κρίση) και μετά, αυξήθηκαν τα κρούσματα των ψυχικών διαταραχών, που κύρια πηγή τους αποτελεί η έκθεση των ανθρώπων σε όλες τις παραπάνω αγχογόνες (στρεσογόνες)συνθήκες ζωής. Επιπλέον, η οικονομική κρίση περιόρισε τους πόρους και τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για την υποστήριξη των θυμάτων βίας. Οι περικοπές σε κοινωνικές υπηρεσίες και προγράμματα υποστήριξης μπορεί να αφήσουν τα θύματα χωρίς την απαραίτητη βοήθεια και προστασία.
Πως επιδρά, κατά την άποψή σας, η θρησκεία στον ανθρώπινο ψυχισμό;
Συζητώντας για τον κοινωνικό θεσμό της θρησκείας, η δεδομένη πίστη των ανθρώπων σήμερα κλονίζεται γενικότερα ως συνέπεια των μεγάλων σκανδάλων που βγαίνουν στη δημοσιότητα κάθε τόσο. Ανεξάρτητα, ωστόσο, από τα σκάνδαλα ορισμένων εκκλησιαστικών εκπροσώπων, ο ρόλος της θρησκευτικής πίστης είναι σπουδαιότερος παρά ποτέ.
Η θρησκευτική πίστη αποτελεί ηθικό και ψυχολογικό στήριγμα τόσο στην προσωπική ύπαρξη του κάθε ανθρώπου όσο και στη συλλογική συνείδηση του κάθε λαού. Μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην ανακούφιση και παρηγοριά του κάθε ανθρώπου. Ιδιαίτερα σε δύσκολες στιγμές, η προσευχή βοηθάει στην αντιμετώπιση του άγχους, του πόνου και της απώλειας. Επιπλέον, παρέχοντας μια αίσθηση κοινότητας, ενθάρρυνσης και υποστήριξης από την κοινωνία των πιστών, μπορεί να ενισχύσει την ανθεκτικότητα και την ελπίδα του ανθρώπου. Η πίστη μπορεί να προσφέρει ηθικές αξίες, βοηθώντας τους ανθρώπους να βρουν υπαρξιακό νόημα και να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της ζωής με μεγαλύτερη δύναμη, αισιοδοξία και ενάρετη τόλμη.
Έχετε κάποιο μότο στη ζωή σας;
«Ας αντικρύσουμε κατάματα τα πιο σκοτεινά συναισθήματα μας για να ανακαλύψουμε το άπλετο φως που υπάρχει μέσα μας».
Αριστέα Κοντόζογλου
Δημοσιογράφος