Ἡ ὑπνωτισμένη κοινωνία συγκλονίζεται μπροστά σέ αἰφνίδια τραγικά γεγονότα μεγάλης κλίμακας, ἀλλά μετά επιστρέφει στόν λήθαργό της…
Ἕνας πνευματικός δάσκαλος τοῦ 20ού αἰώνα, ὁ Γεώργιος Γκουρτζίεφ, ἔλεγε ὅτι ὁ μέσος ἄνθρωπος, στήν συνηθισμένη ὀντική του κατάσταση, βρίσκεται σέ συνειδησιακή ὕπνωση, με ἁπλᾶ λόγια κοιμᾶται, ἀκόμη κι ὅταν ὑποτίθεται ὅτι εἶναι ξύπνιος κι ἐνεργεῖ, διότι ὁ τρόπος πού λειτουργεῖ εἶναι ἐντελῶς μηχανικός, αὐτοματοποιημένος, κι ἀπολύτως προβλέψιμος. Ἕνας τρόπος γιά νά βγεῖ ἀπό τήν κατάσταση αὐτή εἶναι ἕνα «σόκ», ἕνα κτύπημα τόσο δυνατό πού εἶναι σέ θέση νά τόν ταρακουνήσει καί νά τόν συνεφέρει, νά τόν ξυπνήσει.
Πιστεύω πώς ἄν ἔτσι ἔχουν τά πράγματα γιά τόν κάθε ἄνθρωπο, τό ἴδιο, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, μπορεῖ νά ἰσχύει καί γιά τίς κοινωνίες, γιά τίς μάζες τῶν μηχανικῶν ἀνθρώπων. Μία κοιμισμένη σιωπηλή πλειοψηφία μπορεῖ νά ἀφυπνισθεῖ, νά βγεῖ ἀπό τήν κατάσταση τῆς ἀδράνειας στήν ὁποία ζεῖ, μετά ἀπό ἕνα πολύ ἰσχυρό σόκ. Κι ἕνα τέτοιο ἦταν τό πρόσφατο σιδηροδρομικό συμβάν, ὄχι ἀτύχημα, πού φαίνεται νά ἄλλαξε ἐν μίᾳ νυκτί τούς συσχετισμούς δυνάμεων καί τίς πολιτικές καί κοινωνικές ἰσορροπίες στήν Ἑλλάδα.
(Θά ἤθελα ἐδῶ νά πῶ, παρενθετικῶς, ὅτι αὐτή ἡ θεωρία τοῦ «σόκ» ἐξηγεῖ τό γιατί, ἐνῶ ἡ ἐγκληματική πολιτική τοῦ συστήματος ἐξουσίας κατά τήν περίοδο τοῦ κόβιντ ἔχει αὐξήσει κατακόρυφα τούς θανάτους ἀνθρώπων στή χώρα μας, και ἀλλοῦ, ἀπό ὅλες τίς αἰτίες, γιατί λοιπόν, -ἐνῶ σέ δύο μόλις χρόνια, ἀπό τόν Μάρτιο τοῦ 2021 ἕως τόν Μάρτιο τοῦ 2023, ὁ ἀριθμός τῶν «ἀνεξήγητων» αἰφνιδίων θανάτων ἔχει ἐκτιναχθεῖ σέ δεκάδες χιλιάδες, σύμφωνα μέ ἐπίσημα στοιχεῖα τῆς ΕΛΣΤΑΤ, δέν ἔχει ἀνοίξει μύτη-, κινδυνεύει νά γκρεμιστεῖ τό σύμπαν ἀπό πενήντα ἤ ἑκατό νεκρούς ἑνός μοιραίου καί ἐπίσης ἐγκληματικοῦ, ἀλλά σέ πολύ μικρότερη κλίμακα, συμβάντος. Ἀπό τούς θανάτους τῆς περιόδου κόβιντ λείπει τό στοιχεῖο τοῦ «σοκ», διότι ἐκεῖνοι οἱ θάνατοι (2021 – 2023) καί οἱ αἰτίες τους ἀκόμη ἀποκρύπτονται ἀπό την ὑπνώτουσα οὕτως ἤ ἄλλως κοινή γνώμη. Οἱ συνέπειες τῆς σιδηροδρομικῆς σύγκρουσης ὄχι!).
Ἀπό τήν ὕπνωση στόν συγκλονισμό καί μετά ξανά στόν λήθαργο.
Τά «σόκ» εἶναι κυριολεκτικά ἀστάθμητοι παράγοντες. Ἔρχονται κατ’ ἀρχάς ἀπροσδόκητα, καί ἡ βιαιότητα μέ τήν ὁποία γίνονται αἰσθητά ἀρκεῖ νά μᾶς ξυπνήσει, ἀρκεῖ νά δημιουργήσει μέσα μας ἔντονες νοητικές καί συναισθηματικές ἀντιδράσεις, ὅπως αὐτές πού βιώνει τό πανελλήνιο τίς τελευταῖες ἡμέρες. Τό ἄν ὅμως θά παραμείνουμε σέ ἐγρήγορση, τό ἄν ἡ ἀφύπνιση θά ἔχει διάρκεια, ἔτσι ὥστε νά ὑπάρξει ἐλπίδα μιᾶς πιό μόνιμης καί κυρίως οὐσιαστικῆς ἀντίδρασης, καί πολύ περισσότερο μιᾶς ἀλλαγῆς στό πολιτικό καί κοινωνικό γίγνεσθαι, εἶναι ἐξαιρετικά ἀμφίβολο. Κι αὐτό ἐπειδή, μετά τήν ἀρχική ἀπότομη ὤθηση νά ἀλλάξουμε στάση ἀπέναντι στά πράγματα καί τούς κρατοῦντες, καθώς βρισκόμαστε ὑπό τήν ἐπιρροή τῶν ἔντονων ἐντυπώσεων τῶν Τεμπῶν, εἶναι σχεδόν βέβαιο ὅτι θά ἐπανέλθουμε, σέ προσωπικό καί κοινωνικό ἐπίπεδο, ἀντιμέτωποι μέ τόν νόμο τῆς φυσικῆς ἀδράνειας, τῆς μηχανικότητας καί τῆς τεμπελιᾶς μας. Θά ἐπιστρέψουμε σταδιακά στήν κατάσταση πού βρισκόμασταν πρίν τό «σόκ». Ἀκόμη δέ κι ἄν αὐτό γιά κάποιους δέν συμβεῖ, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο θα ἔλθει ἡ ἀντίδρασή μας θά εἶναι ἀνερμάτιστος, ἀνοργάνωτος καί χωρίς κάποιο συγκεκριμένο ἀποτέλεσμα. Στήν πραγματικότητα δέν ξέρουμε πῶς νά ἀντιδράσουμε, πῶς να γίνουμε χρήσιμοι γιά τήν ἀλλαγή πού ζητοῦμε, πῶς νά γίνουμε ἡ ἀλλαγή!
Αὐτά εἶναι πραγματικότητες γνωστές στούς ἐξουσιαστές μας, οἱ ὁποῖοι, γνωρίζοντας ἄριστα τήν ψυχολογία τῶν συνηθισμένων ἀνθρώπων καί τῶν μαζῶν, ἐκμεταλλεύονται τίς ἐγγενεῖς άδυναμίες μας, ὥστε μετά τή φουρτούνα ἑνός πολύνεκρου συμβάντος, ὅπως τό πρόσφατο, νά ὁδηγήσουν και πάλι τό καράβι στά «δικά τους γνώριμα καί ἥσυχα νερά», παρέχοντας τόν ἐλάχιστο ἄρτο (ξεροκόμματο) καί τά πολλά θεάματα, μέ τά ὁποῖα θά ἀπονευρώσουν ἐκ νέου, ἤ θά παραμυθιάσουν, τόν ἐξανδραποδισμένο λαό. Ἄντε καί μέ μερικές κενές ὑποσχέσεις ὅτι αὐτή τή φορά κάτι θά ἀλλάξει. Κι ἄν αὐτά δέν ἀποδειχθοῦν ἀρκετά, οἱ δυνάστες μας θά ἐπιχειρήσουν νά τρομοκρατήσουν αὐτόν τὀν λαό μέ μεθόδους δοκιμασμένες καί ἀπόλυτα πετυχημένες.
Ἡ πνευματική ἐξέλιξη, ὡς ὁδός οὐσιαστικῆς ἀντίδρασης.
Μία ὁδός ἀντίδρασης σέ ὅλα αὐτά, μέ κάποιες πιθανότητες ἐπιτυχίας, εἶναι ἡ πνευματική ἐξέλιξη τῶν ἀνθρώπων. Καί πνευματική ἐξέλιξη δέν σημαίνει τήν καλύτερη ἐκπαίδευσή τους στά σχολεῖα, πού σκοπό ἔχουν νά διαμορφώσουν τούς νέους σέ ἁπλᾶ γρανάζια παραγωγικῶν μηχανισμῶν (τἄλεγαν οἱ Pink Floyd σχεδόν 45 χρόνια πρίν). Πνευματική ἐξέλιξη δέν εἶναι οὔτε ἡ ἀπόκτηση περισσότερων θύραθεν γνώσεων, τίς ὁποῖες πάντως δέν ἀπορρίπτουμε ὡς ἐργαλεῖο, ἀλλά ἡ ἐσωτερική ἐνδυνάμωση τῶν ἀνθρώπων, ὁ ἀγώνας νά μήν ξαναπέσουν γιά ὕπνο, μόνιμο καί τόσο βολικό γιά τούς ἐξουσιαστές τους. Κι ἡ πνευματική ἐξέλιξη εἶναι μία εὐθύνη δική τους, δική μας. Εἶναι μία ἀπόφαση πού πρέπει, ἀρχικά, νά πάρουμε ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του. Μία ἀπόφαση πού θα ὑλοποιηθεῖ ὄχι με μία σύντομη ἀναλαμπή ἀντίδρασης, ἀλλά μέ καθημερινή ἀσκητική πορεία, μέ τό διαρκές περπάτημα μιᾶς ὁδοῦ ἐνδυνάμωσης τοῦ ἐσώτερου εἶναι μας, κατανοήσεως τί σημαίνει νά εἴμαστε ἄνθρωποι, τί νόημα ἔχει ἡ ζωή μας. Μέ τόν τρόπο αὐτό εἶναι ἐφικτό νά προβάλουμε ἀντίσταση στή νάρκωση, πού προσπαθοῦν νά μᾶς ἐπιβάλουν οἱ πάσης μορφῆς ἐξουσίες, κοσμικές ἀλλά καί πνευματικές… συντονίζοντας, φέρνοντας σέ «ὁμόνοια» τόν σωματικό, νοητικό καί συναισθηματικό μας κόσμο, ὥστε πάνοπλοι νά μποροῦμε νά ἐπιδιώξουμε καί νά ἐπιτύχουμε στόχους ἀξίους ἀνθρώπων, στόχους προσωπικούς καί συλλογικούς.
Ὁ κόσμος δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει οὐσιαστικά, ἄν δέν ἐξελιχθοῦν οὐσιαστικά οἱ ἄνθρωποι, ἀπό σαρκοβόρες μηχανικές ὑπάρξεις σέ φορεῖς πνευματικότητος κι ἐνεργοῦ συνειδητότητος, κι ὅταν μιλοῦμε γιά πνευματικότητα καί συνειδητότητα, ἐννοοῦμε τήν ἐπαφή καί ἀλληλεπίδραση μέ τήν ζωή πού κομίζει τό Πνεῦμα, τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἤ ὅπως ἀλλιῶς μπορεῖ νά τό ὀνομάζουν κάποιοι ἄλλοι πνευματικοί δρόμοι. (Ὁ φιλόσοφος αὐτοκράτορας Μάρκος Αὐρήλιος τό ἀποκαλοῦσε «το Ἡγεμονικόν»). Ἐννοοῦμε λοιπόν τήν ἐναρμόνισή μας μέ τό ἐντός ἡμῶν ἀνώτερο «εἶναι».
Ἀδύνατη ἡ ἐξωτερική ἀλλαγή, χωρίς ἀλλαγή τρόπου σκέψης καί κυρίως ὕπαρξης.
Καταλήγουμε λέγοντας, πώς ὅλοι θέλουμε νά φύγει ἄμεσα ἀπό τήν διακυβέρνηση τῆς χώρας αὐτό τό θλιβερό, καταστροφικό συνονθύλευμα ἀνθρώπων, πού δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε ὅτι ἐμεῖς βάλαμε ἐκεῖ πάνω. Ἀλλά ἄς μήν ἐλπίζουμε ὅτι, καί ὅταν αὐτό συμβεῖ, κάτι οὐσιαστικό θά ἀλλάξει στό ὁρατό μέλλον ἄν δέν ὑπάρξει σέ μᾶς ἀλλαγή τρόπου σκέψης καί κυρίως ὕπαρξης, ἄν δέν ἀναζητήσουμε, μέ ἐπιμονή καί συνέπεια, καί δέν ἀνακαλύψουμε ἐκ νέου ἐντός μας τίς πολιτιστικές καί κυρίως τίς πνευματικές μας ρίζες, ἄν δέν γίνουμε ξανά πρωτοπόροι, ἀντί γιά πιθηκίζοντες μιμητές ἑνός εἰσαγόμενου πολιτισμοῦ τοῦ φαίνεσθαι, ἑνός πολιτισμοῦ στον ὁποῖο ἔχει σημασία αὐτό πού ἔχεις κι ὄχι αὐτό πού εἶσαι. Ὅταν θά συμβεῖ αὐτό, σέ κάποιον ἐπαρκῆ βαθμό, θά βάλει κι ὁ Θεός το χέρι Του.