Στη διεθνή Έκθεση Άμυνας των Αθηνών (DEFEA 21) η ελληνική βιομηχανία οπλικών συστημάτων έδειξε τις δυνατότητές της! Τεθωρακισμένα οχήματα που δεν έχουν να ζηλέψουν το παραμικρό από τα αντίστοιχα Τουρκικά, όπλα anti-drone, καινοτόμα προϊόντα, αλεξίσφαιρα γιλέκα και τόσα άλλα επιτεύγματα της εγχώριας παραγωγής φιγούραραν ανταγωνιζόμενα τα αντίστοιχα ξένα.
Η αξιοποίηση αυτών των προσπαθειών μέσω μιας πιο ευέλικτης και αποτελεσματικής διαδικασίας, που θα μπορούσε να έχει ως όχημα ένα Υφυπουργείο Αμυντικής Βιομηχανίας, απαλλαγμένο από τη γραφειοκρατία των διαφόρων Επιτελείων, θα έχει εύλογα πολλαπλά οφέλη για τη χώρα. Ακόμη, η στροφή του Υπουργείου προς μια μακροχρόνια στρατηγική ανάπτυξης της εγχώριας παραγωγής οπλικών συστημάτων θα ενίσχυε περαιτέρω αυτά τα οφέλη.
Ως προς την εγκατάλειψη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και τη στροφή μας προς τις ξένες αγορές, η «Θεωρία της Προσόδου»1[i] δίνει κάποιες ερμηνείες για τον διαχρονικό προσανατολισμό υπέρ των εισαγωγών και εις βάρος των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων. Οι απόψεις της περί χρηματισμού ατόμων που πρωταγωνιστούν στη δημιουργία ενός ευνοϊκού μη ανταγωνιστικού περιβάλλοντος υπέρ των εισαγωγών, σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες πρακτικές δωροδοκίας σε παγκόσμιο επίπεδο μεγάλων διεθνών εταιριών που δραστηριοποιούνται στο χώρο της Άμυνας[ii] είναι ερμηνευτικές μεταβλητές αυτής της θέσης,
Πλην του αναπτυξιακού χαρακτήρα, των θετικών επιπτώσεων στην απασχόληση, την τεχνολογία και τη διάχυση της τελευταίας στη βιομηχανική παραγωγή (Βλ. Ισραήλ και Ν. Κορέα) τα εγχώρια παραγόμενα οπλικά συστήματα, οι συμπαραγωγές –όπου παρουσιάζουμε μεγάλη υστέρηση– και οτιδήποτε σχετικό που δημιουργεί προστιθέμενη αξία εδώ, θα ελαφρύνουν δυο ελλείμματα.
Το πρώτο αναφέρεται στο εμπορικό ισοζύγιο και σχετίζεται με τη μείωση του ελλείμματός του μέσω της κάμψης των πανάκριβων εισαγωγών οπλικών συστημάτων και της αύξησης των εξαγωγών εγχωρίως παραγομένων τέτοιων προϊόντων.
Η μείωση των εισαγωγών μπορεί να γίνει και για τις στολές, μπουφάν κ.λπ αρκεί το Υπουργείο της Άμυνας να διαβάσει προσεκτικά τη σχετική Οδηγία της ΕΕ (2009/81) που δίνει μια τέτοια δυνατότητα (Βλ. http://mardas.eu/2020/09/21/κρατικές-προμήθειες-και-όμως-μπορούν/ ).
Το δεύτερο έλλειμμα σχετίζεται με το δημόσιο χρέος. Αυτό έχει επιβαρυνθεί από τις υψηλές δαπάνες εξοπλιστικών προγραμμάτων, οι οποίες χάνονται στις εισαγωγές. Βέβαια, οι ανάγκες της χώρας σε πολεμικό υλικό θα βαρύνουν για καιρό από ότι φαίνεται, τις δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού, ασκώντας πιέσεις στο χρέος. Η στροφή όμως σημαντικού μέρους των δαπανών υπέρ της εγχώριας παραγωγής θα απαλύνει αυτήν την επίπτωση, μέσω της δημιουργίας εισοδημάτων εντός της χώρας, της αύξησης του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) και κατ’ επέκταση της αύξησης των φόρων που θα ενισχύσουν τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού.
Τέλος, ίσως είναι καιρός να δημιουργηθεί τουλάχιστον ένας «Ειδικός Λογαριασμός», εκτός κρατικού προϋπολογισμού, που θα κατευθύνει τους πόρους του μόνο στην ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας. Η Τουρκία διαθέτει τέσσερις τέτοιους λογαριασμούς. (Bλ. http://mardas.eu/2021/07/14/ελλάδα-τουρκία-και-άμυνα-προχειρότητ/ ).
Το 2009 όταν εισερχόμασταν στο τούνελ της κρίσης, την μερίδα του λέοντος στο τότε χρέος της Κεντρικής Διοίκησης την είχαν οι ένοπλες δυνάμεις και τα εξοπλιστικά προγράμματα. Σε σύνολο χρέους τότε 299 δις ευρώ (125% του ΑΕΠ) τα ομολογιακά δάνεια των Ενόπλων Δυνάμεων ανέρχονταν σε 254 δις ευρώ.
Ως προς το χρέος της χώρας σήμερα, αυτό ανερχόταν στα 387,3 δις ευρώ στις 30 Ιουνίου του τρέχοντος έτους, (236% του ΑΕΠ) όταν λίγους μήνες πριν, με στοιχεία Μαρτίου του 2021 ήταν στα 380,79 δις ευρώ. Πρώτη δύσκολη χρονιά αποπληρωμής του χρέους μας είναι το 2023 και επόμενες υψηλές κορυφές αποπληρωμής του στο εγγύς μέλλον, είναι το 2028, 2030, 2033, 2035, 2037.
Πρωταγωνιστές στο μερίδιο του χρέους των εν λόγω περιόδων είναι τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και τα διμερή δάνεια από Ευρωπαϊκές χώρες. Ετήσιο ποσό της αποπληρωμής του για τις ανωτέρω ημερομηνίες κείται από 10,4 ως 12,2 δις ευρώ, περίπου όσο θα στοιχίσει το νέο κανάλι του Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη. Οπότε εύκολα αντιλαμβάνεται κάθε άτομο τι χάνει η χώρα μας σε όρους ανάπτυξης με την αιμορραγία δισεκατομμυρίων κάθε έτος για τόκους και χρεολύσια. Ακατάλληλες επιλογές αναπτυξιακού χαρακτήρα και η έκταση της διαφθοράς στη χώρα δίνουν από την πλευρά τους επαρκείς ερμηνείες για το ύψος του χρέους.
Ως προς τη διαφθορά ειδικότερα, αδυνατώντας να βρεθούμε στις ελάχιστα διεφθαρμένες χώρες του πλανήτη (η 2η εντός της ΕΕ) και παλεύοντας εδώ και μια δεκαετία την 57η-67η θέση ως πιο διεφθαρμένο κράτος σε σύνολο 180 χωρών σύμφωνα με τη Διεθνή Διαφάνεια, η χώρα δέχεται ραπίσματα από παντού. Και η διαφθορά κινείται σε ένα πολιτικό περιβάλλον, το οποίο αποφασίζει να τη στιγματίσει περιπτωσιακά και μόνο όταν ξεπεράσει κάποια υπερβολικά υψηλά όρια.
Η θέση μας στην κλίμακα της διαφθοράς στοιχίζει σε όρους απώλειας ΑΕΠ ένα ποσό που εκτιμάται περίπου στα 15 δις ευρώ ετησίως, σύμφωνα με εκτιμήσεις του άμεσου παρελθόντος της Διεθνούς Διαφάνειας. Να σημειωθεί ότι ένα μαχητικό αεροσκάφος F-35 τιμάται περίπου 90 εκ. ευρώ!
[i] Βλ. H.R. Varian, Μικροοικονομική…, Τόμος Β, σελ.91-96 εκδ. Κριτική.
[ii] Βλ. Δ. Μάρδας, Τα Οικονομικά των Προμηθειών του Δημοσίου, Κεφάλαιο 4.3, εκδ. Ζυγός.
Δημήτρης Μάρδας Καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ – π. Αν. Υπουργός Οικονομικών, π. Υφ/γός Εξωτερικών και π. βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης