Ποιος να το έλεγε στο διάβα της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα ότι θα νοσταλγούσαμε και θα αναφερόμαστε με κάποια δόση σεβασμού, στις κυβερνήσεις της ΝΔ των Κων/νου και Κώστα Καραμανλή, του Γ. Ράλλη, ακόμη και εκείνης με όλες τις μεγάλες διαφωνίες και ενστάσεις ,του Α. Σαμαρά. Μπροστά στη γενικευμένη φαυλοκρατία, τη θεσμοθετημένη κλεπτοκρατία και τον δίχως προηγούμενο στη νεώτερη πολιτική ιστορία του τόπου, αμοραλισμό και κυνισμό, της σημερινής Μητσοτακικής δεξιάς, οι προαναφερθέντες απέχουν έτη πολλά. Και απέχουν γιατί κινήθηκαν και έδρασαν στα πλαίσια ενός όπως φυσικά τον εννοούσε η δεξιά, φιλελευθερισμό, με κάποια σύνεση, σοβαρότητα και αξιοπρέπεια. Μπορεί οι ιδεολογικές και πολιτικές γενικά διαφορές με την προοδευτική δημοκρατική παράταξη και την Αριστερά, να ήταν αγεφύρωτες, όμως οι κόκκινες γραμμές του στοιχειώδους σεβασμού στον πολιτικό αντίπαλο, ακόμη και σε στιγμές έντονης αντιπαράθεσης, ήταν πάντα εκατέρωθεν σεβαστές. Κανείς δεν διανοούνταν να υπερβεί τα εσκαμμένα, να ασχημονεί και να προκαλεί ασύδοτα με έργα και λόγια τον αντίπαλο και προπάντων την κοινή γνώμη. Ακόμη και ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, ο γνωστός για τα έργα και τις ημέρες στα πολιτικά πράγματα του τόπου, δεν έφτασε σε τέτοια ευτέλεια και πολιτική αισχρότητα , σαν τη σημερινή του γιού του. Κι ας τον βαρύνουν ασήκωτες πολιτικές αμαρτίες, με πρώτη εκείνη της αποστασίας, όπως και της παραπομπής στο ειδικό δικαστήριο – το έχει αυτό το χούι η οικογένεια – του αείμνηστου Α. Παπανδρέου.
Ασύγκριτοι, λοιπόν, και άπαικτοι στη πολιτική βρωμιά, στην πολιτική απάτη και το ψέμα, στην μαζική και οργανωμένη παραπληροφόρηση του κόσμου, στη συκοφαντία και τις δολοφονίες χαρακτήρων, στο άνευ προηγουμένου γιουρούσι στα δημόσια ταμεία, στο τσαλαπάτημα θεσμών και συντάγματος, στον εκμαυλισμό και την εξαγορά συνειδήσεων, στην απροσχημάτιστη κουτσαβάκικη πολιτική συμπεριφορά και στην εν γένει ύβρη και περιφρόνηση προς κάθε συμπολίτη, αριστερό και δεξιό. Τίποτα δεν τους συγκρατεί, μήτε υπάρχει στο λεξιλόγιο και στην πρακτική τους λέξη η έννοια, που θα τους έκανε να σκεφτούν ποιες και τι είδους υπηρεσίες προσφέρουν στον τόπο και ιδιαίτερα στη νέα γενιά. Στη νέα γενιά, την αποδεκατισμένη από ελπίδα και όνειρα, πως θα μπορούσε να σπουδάσει και να προκόψει στο τόπο της, δίχως να χρειάζεται να πάρει τους ξένους δρόμους, αναζητώντας μια στάλα δικαίωσης των κόπων της. Έτσι που καθόλου υπερβολή δεν θα ήταν να πει κανείς, πως τούτη η κυβέρνηση υπό τον απερίγραπτο και σαν προσωπικότητα και πρωθυπουργική επάρκεια, του γενικώς ελαφρά χαρούμενου και ανέμελου Κυρ. Μητσοτάκη, είναι συνώνυμη μιας πρωτοφανούς πολιτικής κτηνωδίας. Τα τελευταία της κατορθώματα έχουν να κάνουν και με την πολύπαθη και πάσχουσα από ένα ιδιότυπο στραβισμό, αν και μονόφθαλμη, δικαιοσύνη. Για την κατάντια ενός τμήματος του προσωπικού της, η ευθύνη είναι διαχρονική των κυβερνήσεων από συστάσεως της Ελλάς, μα και των υπηρετών της, αφού δεν ξεσηκώνονται απαιτώντας το αυτοδιοίκητο του κλάδου τους και την δια παντός έλλειψη της δυνατότητας για κυβερνητικές παρεμβάσεις στο έργο της.
Παρεμβάσεις πρωτοφανείς στα της δικαιοσύνης και στο Άρειο Πάγο, σύμφωνα με τις καταγγελίες και του Αρεοπαγίτη ανώτατου δικαστικού του κ. Τζανερίκου. Αυτόν από τον οποίο ζήτησαν να συμβάλλει στην υπόθεση των νεοναζί του Κασιδιάρη, προκειμένου να αποκλειστούν οι επίγονοι του Γκαίρινγκ από τις επερχόμενες εκλογές. Μάλιστα η παροχή των …υπηρεσιών του θα εκτιμάτο αναλόγως από το επιτελικό Κυβερνητικό παρακράτος, με την ανάλογη ανταμοιβή στον δικαστή. Όσο και να ψάξει κανείς στα νεώτερα μετά τον εμφύλιο κοινοβουλευτικά χρονικά της χώρας, τέτοιας ωμή και απροσχημάτιστη παρέμβαση σε θεσμούς και πρόσωπα που τους εκπροσωπούν , δεν πρόκειται να βρεί.
Όμως μήπως θα ήταν υπερβολή και όνειρο θερινής νυκτός να περιμένει κάποιος από την σημερινή υπό τον Κούλη κυβέρνηση, τίποτα διαφορετικό;. Κι αυτό όταν σε αυτή την κυβέρνηση, ηγείται και κάνει στην κυριολεξία κουμάντο το τρίο φασίσμο ( Άδωνης, Μάκης, Θάνος ) πλαισιωμένο από μια πλειάδα με άριστες τσέπες, μέλη της σημερινής Κ.Ο, της ΝΔ;