–Αν θέλουμε να διώξουμε ακόμη ένα μέρος των νέων Ελλήνων στο εξωτερικό –και δεν αναφερόμαστε μόνο στους επιστήμονες– ας εφαρμόσουμε τα όσα υποστηρίζονται περί μειώσεων των μισθών σε εκθέσεις-εισηγήσεις όμοιες των αντιλήψεων που άρχισαν να κυκλοφορούν στα τέλη του 18ου αιώνα.
Σημειώνεται βέβαια ότι ο ευφυέστατος Κλασικός οικονομολόγος ο David Ricardo (1817) υποστήριξε το εξής: Η ανταγωνιστικότητά δεν κερδίζεται με τους χαμηλούς μισθούς αλλά με την υψηλή παραγωγικότητα εργασίας και τις διαφορετικές τεχνικές. Χρησιμοποιήθηκε ο όρος «τεχνική» τότε γιατί ο όρος τεχνολογία ήταν άγνωστος!
Υπάρχουν άλλοι τρόποι μείωσης του εργασιακού κόστους, χωρίς να θίγεται το εισόδημα των εργαζομένων και χωρίς να προκαλούνται αντικίνητρα με συνέπεια την έξοδο από τη χώρα των νέων, που ελπίζουν σε ένα καλύτερο μισθό ως αποτέλεσμα των δεξιοτήτων τους. Μια λύση θα μπορούσε να ήταν η ακόλουθη: Ο ορισμός ενός ανώτατου πλαφόν καταβολής εισφορών (στον ΕΦΚΑ) εκ μέρους του εργαζομένου και της επιχείρησης, το οποίο θα αντιστοιχεί σε ακαθάριστο μισθό της τάξης των 1.500 ή των 2000 ευρώ, άσχετα από τον μισθό (τον υψηλότερο) που θα καταβάλλεται. (βλ. αναλυτικότερα, http://mardas.eu/2018/12/06/περί-μειώσεων-συντάξεων-και-περί-brain-drain/)
–Η νέα κρίση που ζει η χώρα μας θέτει ιδιαίτερα φωναχτά πια το θέμα της αμφισβήτησης των στρατηγικών επιλογών δεκαετιών με θέμα την εξειδίκευση της οικονομίας. Αναδεικνύει με απρόβλεπτα δραματικό τρόπο για πολλούς –όχι όμως για όλους– τις στρεβλώσεις της.
Η Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία, Τουρκία και το Ισραήλ, χώρες ανταγωνιστικές της Ελλάδας στον τουρισμό έκτισαν παράλληλα και ισχυρή βιομηχανία. Επίσης, πλην των ανωτέρω κρατών, χώρες όπως η Ιρλανδία, η N. Κορέα και κράτη της πρώην Ανατολικής Ευρώπης οικοδόμησαν μια βιομηχανία που στηρίχθηκε στην υψηλή τεχνολογία, με έμφαση τα προϊόντα της ηλεκτρομηχανικής. Ορισμένες έδωσαν προσοχή στην πολεμική βιομηχανία, κτίζοντας γύρω της πόλους τεχνολογίας, που με τη σειρά τους ενδυνάμωσαν το σύνολο της μεταποίησης.
-Ουδέποτε οι κυβερνήσεις μας έδωσαν προσοχή στις προβλέψεις εκείνες που έδειχναν την κατάρρευση της βιομηχανίας, ή της εξόδου ξένων επενδύσεων από την Ελλάδα, λόγω Ενιαίας Αγοράς (1993) ή της παγκοσμιοποίησης (βλ. ενδεικτικά, μελέτη Mardas, Varsakelis “The Impact of the Internal Market by industrial sector – Greece”, European Economy, 1990).
Αντί αυτού, ενισχύθηκε μια εν πολλοίς κρατικοδίαιτη βιομηχανία ή με ακατάλληλη εξειδίκευση, η οποία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος με το άνοιγμα των συνόρων στο διεθνές εμπόριο. Κρατήθηκε όμως στα πόδια της γερά ένα τμήμα της, που διαπρέπει και στις διεθνείς αγορές παρά τα προβλήματα που προκάλεσε η κρίση της πρόσφατης δεκαετίας.
Παρόμοιες χώρες της ΕΕ του μεγέθους ή μικρότερου της Ελλάδας (Ιρλανδία, Πορτογαλία κ.ά.) δεν υπέστησαν όμως τα όσα βίωσε η χώρας μας. Επέλεξαν το μονοπάτι της εξωστρέφειας, αξιοποιώντας υπέρ της βιομηχανίας τους τα κοινοτικά κονδύλια.
-Η λύση είναι –και ποτέ δεν είναι αργά– ένα σύνθετο σύστημα κανόνων και κινήτρων, που θα ενισχύσουν ταυτόχρονα την επενδυτική δραστηριότητα και την εξωστρέφεια στη βιομηχανία και γεωργία. (Βλ. αναλυτικότερα προτεινόμενα μέτρα υπέρ της εξωστρέφειας, http://mardas.eu//wp-content/uploads/2018/06/Kinitra_Eksostrefias_Mardas_2016.pdf ).
Επίσης, για να καλύψουμε το κενό των 130 δις ευρώ επενδύσεων της επόμενης επταετίας έχουμε ανάγκη από μεγάλες επενδύσεις σε εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες με σημεία αναφοράς συχνά δυο ή περισσότερους τομείς της οικονομίας (π.χ. κατασκευή τουριστικού χωριού που εξυπηρετεί συγκεκριμένο σκοπό. Βλ. ενδεικτικά, http://mardas.eu//wp-content/uploads/2018/06/Stratigiki_Anaptiksis.pdf σελ.12-14)
Ακόμη, μια πολιτική υπέρ των start up οφείλει να οδηγεί στην ανάπτυξη της παραγωγής των αγαθών και υπηρεσιών που δημιουργούν οι εν λόγω εταιρίες εντός της χώρας. Τέλος, έχοντας υπόψη τα δυο μεγάλα λιμάνια της χώρας και τον ρόλο που παίζουν, η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει ένας χώρος συναρμολόγησης ενδιάμεσων προϊόντων, που θα οδηγούσαν στην εξαγωγή τελικών προϊόντων προς τα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
-Για όλα αυτά όμως πρέπει να απαλλαγούμε από τη λατρεία του μικρού και του μετρίου, να πάψουμε να τρομάζουμε στο άκουσμα παραγωγικών επενδύσεων μεγάλων προϋπολογισμών που ξεφεύγουν από τα τετριμμένα και να σταματήσουμε να βαπτίζουμε τον τουρισμό της καλοκαιρινής περιόδου ως τη βαρεία βιομηχανία της χώρας!
Τόσο η οικονομική θεωρία όσο και η ίδια η ζωή με τα παραδείγματα που δίνει οδηγούν σε ένα συμπέρασμα: Αν πράγματι θέλουμε να αναπτύξουμε τη βιομηχανία, δημιουργώντας δυναμικά συγκριτικά πλεονεκτήματα με νέα προϊόντα και νέες μεθόδους παραγωγής, τότε μπορούμε.
Αρκεί να διορθώσουμε ό,τι εξακολουθεί να συντηρεί με την ανοχή των κυβερνήσεων, ένα μη φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον (βλ. Global Competitiveness Report), εξέλιξη που θα προκαλέσει την προσοχή του υγειούς επενδυτικού κοινού και όχι αεριτζήδων. Πλέον των εκατό παραγόντων συντηρoύν το μη φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον που διαπερνά τη χώρα. Και φυσικά η κατάσταση αυτή δε θεραπεύεται με τις πολιτικές υπέρ των χαμηλών μισθών!
Κλείνοντας σημειώνεται ότι, το προσφερόμενο τουριστικό προϊόν, δωδεκάμηνης διάρκειας και όχι εξάμηνης, είναι επιβεβλημένο να εμπλουτιστεί με νέες δράσεις ακολουθώντας άλλη ρότα, που θα πατά σε πιο καινοτόμες βάσεις, προσφέροντας στους επισκέπτες της χώρας μας κάτι διαφορετικό από ό,τι οι ανταγωνιστές μας. (βλ. αναλυτικότερα, http://mardas.eu/2020/09/15/tουρισμός-πέρα-από-τη-λογική-του-μικρού/ )