Bαθύ σκοτάδι

Του Γ. Τεκίδη

    «Μα ποιος επιτέλους κυβερνάει αυτό το κράτος;» αναρωτήθηκε δυνατά το 1963, ο τότε πρωθυπουργός Κων/νος Καραμανλής όταν άρχισε να ξηλώνεται το πουλόβερ της τρομοκρατικής δράσης του αλήστου μνήμης παρακράτους εκείνης της εποχής.    Του παρακράτους που κυριολεκτικά είχε ντυθεί επίσημο κράτος και δολοφονούσε τον αείμνηστο Γρ. Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη. Αναρωτιόταν  εκείνος ο πρωθυπουργός, γιατί αυτά που έβγαιναν στη φώς της επικαιρότητας ξεπερνούσαν και την πιο νοσηρή φαντασία. Και τούτο γιατί σε εκείνο το παρακράτος δεν είχε εμφιλοχωρήσει, ούτε δρούσε μόνο το κοινωνικό περιθώριο της εποχής, μήτε κάποιοι γραφικοί λούμπεν αντικομουνιστές, μα και εκπρόσωποι του υποτιθέμενου επίσημου κράτους, με πρώτους και καλύτερους τα υψηλόβαθμα όργανα της τάξης και των  διωκτικών αρχών. Η  πολιτική σήψη, η φαυλοκρατία και η διαφθορά είχαν υπερβεί τα εσκαμμένα για πολύ καιρό και σε βαθμό τέτοιο που ίσως να ήταν δικαιολογημένη η αγανάκτηση που αποτυπώθηκε στην παραπάνω φράση εκείνου του πρωθυπουργού.

Αλλά τέτοιοι εκείνοι οι καιροί, τέτοια και τα γεγονότα που τους σημάδεψαν. Μεταπολιτευτικά ένας  λαός αποφασισμένος για δημοκρατία και ριζοσπαστικές κοινωνικές αλλαγές μετά την επτάχρονη τυραννία, απαιτούσε από τον πολιτικό κόσμο και ιδιαίτερα από τις προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις, δέσμευση για μια ανάλογη πορεία. Καθώς και δέσμευση , πως δεν θα χρειαζόταν εκτός από το “ποτέ ξανά δικτατορία και φασισμός” και το “ποτέ να μη βρεθεί πρωθυπουργός  στην αίσχιστη θέση να αναφωνήσει την φράση που ξεστόμισε τότε ο Κων. Καραμανλής”, και κάτι ανάλογο σίγουρα απαιτούσε την εδραίωση της δημοκρατίας και των κανόνων κράτους δικαίου.  Φαίνετε όμως πως μάταια έτρεφε η κοινωνία ανάλογες ελπίδες, παρά τις προσπάθειες ιδιαίτερα στη δεκαετία του 80 με τον Α. Παπανδρέου, αργότερα στην τετραετία του Αλ. Τσίπρα, αφού μπορεί να μην χρειάστηκε να αναφωνήσουν οι παραπάνω την αγωνιώδη Καραμανλική φράση, όπως και οι μεσολαβήσαντες των δύο, πρώην πρωθυπουργοί, όμως το ίδιο πρόβλημα δημοκρατικής τάξης βασιλεύει και σήμερα. Όχι πως έπαψε εν τω μεταξύ το πολιτικό παρακράτος να ελλοχεύει και να εμφανίζεται κατά καιρούς ως πρωταγωνιστής πρωτοβουλιών που ευτελίζουν το δημοκρατικό καθεστώς και την έννομη τάξη. Στο καιρό δε της Μητσοτακικής διακυβέρνησης έχει κυριολεκτικά αφηνιάσει, αφήνοντας κατά μέρος τα όποια προσχήματα , δρώντας αναφανδόν στο πλάι της κυβέρνησης, ακόμη και εκτελώντας διαταγές της.

Όμως στο ερώτημα του ποιος κάνει κουμάντο στον τόπο, προστέθηκε και άλλος υποψήφιος. Αυτός δεν είναι άγνωστο ποιος είναι, αφού δεν ήτα λίγες οι φορές που αμφισβήτησε ή και αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία της εκάστοτε εκλεγμένης από το λαό κυβέρνησης να αποφασίζει και να νομοθετεί για ζητήματα που αφορούν ην κοινωνία. Και αυτός είναι η ιεραρχία και ο προκαθήμενος της εκκλησίας. Ισχυριζόμενοι οι παραπάνω ως συνήθως πως το κράτος παρεμβαίνει στα δικά τους θέματα. Αυτό που συμβαίνει σήμερα με αφορμή την πρόσφατη ψήφιση του νόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια, μας γυρνά μερικούς αιώνες πίσω, στο μεσαίωνα. Οι…σεβαστοί μητροπολίτες και οι λοιποί αξιωματούχοι της εκκλησίας, σχίζουν τα χρυσοποίκιλτα ιμάτια τους από …ιερή αγανάκτηση. Αναθεματίζουν, απειλούν και προτρέπουν τους πιστούς, τους θρησκευόμενους σε αντιπαράθεση με συμπολίτες τους, φίλους και γείτονες που δεν συμφωνούν μαζί τους. Μητροπολίτης αναθεματίζει και απαγορεύει σε εκλεγμένους βουλευτές της περιοχής του την είσοδο τους στην εκκλησία. Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που η ιεραρχία της εκκλησίας, ανακατεύεται στις υποθέσεις και στα χωράφια του κράτους. Το ζήτημα της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής εκκλησίας πριν αρκετά χρόνια, όπως και το πρώτο δειλό βήμα για διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας που κατέληξε μάλιστα και σε μια κατ αρχή συμφωνία μεταξύ του προκαθήμενου της ιεραρχίας και του Αλ. Τσίπρα το 2018, δεν στάθηκαν ικανά να δώσουν κάποια λύση. Στην πρώτη περίπτωση οι εκκλησιαστικοί μύδροι και ο ιερός φανατισμός εξαπέλυσαν λυσσαλέα επίθεση κατά της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, στη δε δεύτερη περίπτωση ο προκαθήμενος μετά την κυβερνητική αλλαγή το 2019 και απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση για την τύχη της συμφωνίας είπε με προκλητική άνεση ότι την “θεωρεί ως μη γενόμενη”.

Όλα αυτά καθώς διανύουμε της Τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Και μετά κάνουμε πλάκα με τις πρακτικές και τις νοοτροπίες του τρίτου λεγόμενου κόσμου. Μοναχά που εμείς φλερτάρουμε και μάλιστα έντονα με τον τέταρτο, κι ας καμαρώνουμε για τα περί του αντιθέτου. Προς το παρόν βαθύ σκοτάδι. Με λίγες ελπίδες για ξημέρωμα.