ΕΕ – Ηνωμένο Βασίλειο: κομβικής σημασίας οι ισότιμοι όροι για δίκαιο ανταγωνισμό

EU-UK negotitations illustration image ©Thaut Images/Adobe Stock
Το Κοινοβούλιο θα επιδιώξει τη στενότερη δυνατή μελλοντική συμφωνία σύνδεσης με το Ηνωμένο Βασίλειο ©Thaut Images/Adobe Stock
Απαραίτητη η διατήρηση της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς και της τελωνειακής ένωσης της ΕΕ
Οι κανόνες στο Ηνωμένο Βασίλειο σε «δυναμική ευθυγράμμιση» με την ΕΕ
Η ΕΕ πρέπει να προστατεύσει τους ευαίσθητους τομείς της οικονομίας της

Brexit Konzept - Großbritannien verlässt die Europäische Union

Το ΕΚ ζητά να διατηρηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μέσω ισχυρών δεσμεύσεων και να υπάρξει «δυναμική ευθυγράμμιση» στο Ηνωμένο Βασίλειο με τους κανόνες της ΕΕ.

Την Τετάρτη, το Κοινοβούλιο υιοθέτησε ψήφισμα με τις θέσεις του για τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με τη βρετανική κυβέρνηση σχετικά με τη μελλοντική εταιρική σχέση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου του Brexit. Το ψήφισμα εγκρίθηκε με 543 ψήφους έναντι 39 και 69 αποχών.

Το Κοινοβούλιο ζητά η συμφωνία σύνδεσης με το ΗΒ να είναι όσο πιο στενή γίνεται και να στηρίζεται σε τρεις κύριους πυλώνες: οικονομική εταιρική σχέση, εταιρική σχέση για εξωτερικές υποθέσεις και θέματα ειδικού ενδιαφέροντος. Ωστόσο, τονίζει εκ νέου ότι μια τρίτη χώρα δε μπορεί να έχει τα ίδια δικαιώματα με τα κράτη μέλη και ότι η διατήρηση της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς και της τελωνειακής ένωσης αποτελεί βασική προτεραιότητα.

Μελλοντικές εμπορικές σχέσεις ΕΕ – Ηνωμένου Βασιλείου

Για να επιτευχθεί μια φιλόδοξη εμπορική συμφωνία, οι ευρωβουλευτές συμφωνούν με τις διαπραγματευτικές γραμμές που έχει προτείνει η Επιτροπή. Δεδομένου του μεγέθους της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και της εγγύτητάς της, ο μελλοντικός ανταγωνισμός με την ΕΕ θα πρέπει να παραμείνει ανοιχτός και δίκαιος μέσω της θέσπισης κανόνων για «ισότιμους όρους», οι οποίοι θα εγγυώνται ισότητα σε κρίσιμα πεδία, όπως ο κοινωνικός τομέας, το περιβάλλον, η φορολογία, η κρατικές ενισχύσεις, η προστασία των καταναλωτών και η κλιματική αλλαγή.

Για να διατηρηθεί μια σχέση χωρίς ποσοστώσεις και δασμούς, η βρετανική κυβέρνηση θα πρέπει να δεσμευθεί να μεταρρυθμίζει τους κανόνες της, επί παραδείγματι για τον ανταγωνισμό, τα εργασιακά πρότυπα και την προστασία του περιβάλλοντος, ώστε να διασφαλίζεται η «δυναμική ευθυγράμμισή» τους με τη νομοθεσία της ΕΕ, σύμφωνα με τους ευρωβουλευτές.

Κρίσιμη η προστασία των πιο ευάλωτων τομέων

Το ψήφισμα καθιστά σαφές επίσης ότι για να αποσπάσει την έγκριση του Κοινοβουλίου η μελλοντική εμπορική συμφωνία ΕΕ – Ηνωμένου Βασιλείου, θα πρέπει να έχει επιτευχθεί συμφωνία για την αλιεία μέχρι τον Ιούνιο του 2020. Αν το ΗΒ δε σεβαστεί τη νομοθεσία και τα πρότυπα της ΕΕ, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει την επιβολή ποσοστώσεων και δασμών για τους πιο ευάλωτους τομείς καθώς και την ανάγκη για δικλείδες ασφαλείας για να προστατεύσει την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς της ΕΕ. Τα μέτρα αυτά είναι σημαντικά για τις εισαγωγές τροφίμων και αγροτικών προϊόντων, για τα οποία θα πρέπει να τηρηθούν αυστηρά οι κανόνες της ΕΕ.

Άλλες προτεραιότητες

Το ψήφισμα περιέχει ακόμα θέσεις για τα δικαιώματα των πολιτών και την ελεύθερη μετακίνησή τους, την προστασία των προσωπικών δεδομένων, το μέλλον των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, την κατάσταση στην Ιρλανδία, το ρόλο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην επίλυση διαφορών, τα προγράμματα και τους οργανισμούς της ΕΕ, την εξωτερική πολιτική και θέματα ασφάλειας, καθώς και τις προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο κάνοντας «κλικ» εδώ.

Το Κοινοβούλιο υποστηρίζει επίσης τη θέση ότι το Γιβραλτάρ θα πρέπει να εξαιρεθεί από την εφαρμογή τέτοιου είδους συμφωνιών και ότι οποιαδήποτε ειδική συμφωνία που θα το αφορά θα χρειαστεί την πρότερη έγκριση της κυβέρνησης της Ισπανίας.

Επόμενα βήματα

Το ψήφισμα στηρίζεται στο σχέδιο διαπραγματευτικών οδηγιών της Επιτροπής, το οποίο παρουσίασε ο επικεφαλής διαπραγματευτής της ΕΕ Michel Barnier στις 3 Φεβρουαρίου. Οι κατευθυντήριες γραμμές αυτές ορίζουν το σκοπό, το πεδίο και τους επιμέρους στόχους των συνομιλιών. Θα πρέπει να εγκριθούν από τους εκπροσώπους των 27 κρατών μελών της ΕΕ στο Συμβούλιο, το οποίο αναμένεται να συμβεί στις 25 Φεβρουαρίου.