• Ηλεκτρονικά αποδεικτικά στοιχεία υπάρχουν για το 85% των ερευνών για εγκλήματα, αλλά στο 65% των περιπτώσεων προέρχονται από διαφορετική χώρα της ΕΕ
• Οι αρχές θα μπορούν να ζητούν αποδεικτικά στοιχεία απευθείας από παρόχους υπηρεσιών, όπως εταιρείες τηλεπικοινωνιών
• Εξακολουθεί να υπάρχει δυνατότητα απόρριψης αιτημάτων όταν υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα
Η δέσμη νομοθεσίας που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την Τρίτη 13-6-2023, θεσπίζει ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό πλαίσιο για τη διαχείριση ηλεκτρονικών αποδεικτικών στοιχείων, την επιτάχυνση της διαδικασίας συλλογής τους και τη διατήρηση των δικλείδων ασφαλείας για τα θεμελιώδη δικαιώματα. Οι ευρωβουλευτές ενέκριναν τη δέσμη σε δύο μέρη, με 433 ψήφους υπέρ, 157 κατά και 34 αποχές (για τον κανονισμό σχετικά με τα αιτήματα για αποδεικτικά στοιχεία) και 438 ψήφους υπέρ, 152 κατά και 34 αποχές (για την οδηγία σχετικά με τους νόμιμους εκπροσώπους).
Διαφανής μηχανισμός με κανόνες προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων
Οι νέοι κανόνες θα επιτρέπουν στις εθνικές αρχές να ζητούν αποδεικτικά στοιχεία απευθείας από παρόχους υπηρεσιών σε άλλα κράτη μέλη (οι λεγόμενες «εντολές υποβολής») ή να ζητούν τη διατήρηση των δεδομένων για διάστημα έως 60 ημερών, ώστε τα σχετικά δεδομένα να μην καταστρέφονται ή να μην χαθούν («εντολές διατήρησης»). Η νομοθεσία θεσπίζει επίσης υποχρεωτική προθεσμία 10 ημερών για την απάντηση σε εντολή υποβολής , η οποία θα μειώνεται σε οκτώ ώρες για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Στο πλαίσιο της ίδιας δέσμης, οι ευρωβουλευτές ενέκριναν οδηγία που αναθέτει στους παρόχους υπηρεσιών που προσφέρουν υπηρεσίες στην ΕΕ να αναφέρουν καθορισμένα ιδρύματα ή τους νόμιμους εκπροσώπους στους οποίους οι αρχές των κρατών μελών μπορούν να απευθύνουν ηλεκτρονικά αιτήματα για αποδεικτικά στοιχεία.
Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων μεταξύ των συννομοθετών της ΕΕ, οι ευρωβουλευτές πέτυχαν να προστεθούν στη νομοθεσία διατάξεις που διασφαλίζουν πως οι αρχές θα έχουν την δυνατότητα απόρριψης αιτημάτων παροχής αποδεικτικών στοιχείων όταν έχουν ανησυχίες σχετικά με την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης ή τις παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων στο αιτούν κράτος μέλος, αλλά και ότι οι πάροχοι υπηρεσιών θα μπορούν να επισημαίνουν ανησυχίες σχετικά με την ελευθερία των ΜΜΕ. Διασφάλισαν επίσης ότι οι αρχές που ζητούν ευαίσθητα δεδομένα (όπως δεδομένα κίνησης, εκτός εάν αυτά χρησιμοποιούνται μόνο για ταυτοποίηση και δεδομένα περιεχομένου) θα πρέπει, στις περισσότερες περιπτώσεις, να ενημερώνουν τις αρχές της αρμόδιας χώρας για τη διασφάλιση της διαφάνειας.
Δηλώσεις
Μετά την ψηφοφορία, η εισηγήτρια Birgit Sippel (Σοσιαλιστές, Γερμανία) δήλωσε: «Η νομοθεσία αυτή αποτελεί μεγάλο θετικό βήμα για τη συνεργασία των αρχών των κρατών μελών της ΕΕ και των παρόχων υπηρεσιών. Το Κοινοβούλιο διασφάλισε ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα θα συνεχίσουν να προστατεύονται, καθώς το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται ο εκάστοτε πάροχος θα ενημερώνεται για αιτήματα που αφορούν ιδιαίτερα ευαίσθητα δεδομένα, εκτός αν ο ύποπτος κατοικεί στη χώρα που εκδίδει το αίτημα και η αξιόποινη πράξη διαπράχθηκε εκεί. Τα αιτήματα δεν είναι υποχρεωτικό να ικανοποιηθούν αν π.χ. τίθενται σε κίνδυνο τα θεμελιώδη δικαιώματα ή αν κάποια ενέργεια δεν είναι αξιόποινη στη χώρα του παρόχου. Διασφαλίσαμε επίσης ότι οι κανόνες αυτοί θα είναι εναρμονισμένοι με τους κανόνες της ΕΕ για την προστασία δεδομένων και ότι θεσπίζουν ένα ασφαλές, αποκεντρωμένο λογισμικό μοντέλο λογισμού για την ασφαλή ανταλλαγή στοιχείων. Απομένει μόνο η αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων.»
Σχετικές πληροφορίες
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι τα ηλεκτρονικά αποδεικτικά στοιχεία αφορούν το 85% των ποινικών ερευνών και ότι, στο 65% αυτών των υποθέσεων, τα αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να ληφθούν από άλλο κράτος μέλος. Τα αποδεικτικά στοιχεία μπορεί να αποτελούνται από δεδομένα περιεχομένου (όπως κείμενο, φωνή, εικόνες, βίντεο ή ήχο), δεδομένα κίνησης (π.χ. χρονοσφραγίδες, λεπτομέρειες πρωτοκόλλου και συμπίεσης και πληροφορίες σχετικά με τους παραλήπτες) ή δεδομένα συνδρομητή (ταυτοποίηση πληροφοριών συνδρομητή ή πελάτη). Επί του παρόντος, η ανταλλαγή αυτού του είδους αποδεικτικών στοιχείων εξαρτάται από διάφορες διμερείς και διεθνείς συμφωνίες αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, με αποτέλεσμα ένα κατακερματισμένο τοπίο και, συχνά, χρονοβόρες διαδικασίες. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ταχθεί υπέρ της εναρμόνισης των διαδικασιών για τις διασυνοριακές αιτήσεις ηλεκτρονικών αποδεικτικών στοιχείων από το 2017