• Κανόνες για υποθέσεις με διασυνοριακή διάσταση
• Αποζημίωση στα θύματα για ψυχολογική και ηθική βλάβη
• Συστάσεις προς τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο και σε εθνικό επίπεδο
Την Τρίτη, 11-7-2023, η ολομέλεια του Κοινοβουλίου τάχθηκε υπέρ της πρότασης νόμου σύμφωνα με την οποία δημοσιογράφοι, μέσα ενημέρωσης, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακτιβιστές, ερευνητές και καλλιτέχνες στην ΕΕ θα προστατεύονται από στρατηγικές αγωγές κατά της συμμετοχής του κοινού («Strategic Lawsuits Against Public Participation – SLAPPs»), που στόχο έχουν να τους εκφοβίσουν και να τους βλάψουν. Με 498 ψήφους υπέρ, 33 κατά και 105 αποχές, οι ευρωβουλευτές ενέκριναν τη διαπραγματευτική θέση του Κοινοβουλίου για τις επικείμενες διαπραγματεύσεις σχετικά με τους νέους κανόνες για την προστασία όσων εργάζονται για θέματα δημόσιου συμφέροντος, όπως τα θεμελιώδη δικαιώματα, οι δραστηριότητες δημόσιων λειτουργών και οι καταγγελίες για διαφθορά.
Διασυνοριακή εφαρμογή και εγγυήσεις προστασίας
Εφόσον εγκριθούν, οι νέοι κανόνες θα εφαρμόζονται σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα, δηλαδή όταν ο εναγόμενος, ο ενάγων και το δικαστήριο δεν έχουν την έδρα τους στην ίδια χώρα ή όταν το αντικείμενο της υπόθεσης (ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για άρθρο στον Τύπο, ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βίντεο, έρευνα ή έργο τέχνης) αφορά περισσότερα από ένα κράτη μέλη και είναι προσβάσιμο ηλεκτρονικά.
Η πρόταση οδηγίας προβλέπει διαδικασίες προστασίας για όσους βρίσκονται στο στόχαστρο τέτοιων αγωγών, δίνοντάς τους, για παράδειγμα, τη δυνατότητα να ζητούν την απόρριψη της αγωγής σε πρώιμο στάδιο. Προβλέπεται επίσης ότι ο ενάγων θα είναι εκείνος που θα πρέπει να αποδεικνύει ότι η αγωγή του δεν είναι αβάσιμη. Στις περιπτώσεις που θα διαπιστώνεται ότι μια αγωγή είναι καταχρηστική, ο ενάγων θα υποχρεούται επίσης να καλύπτει το σύνολο των δικαστικών εξόδων, συμπεριλαμβανομένης της νομικής εκπροσώπησης του εναγομένου, ενώ θα μπορούν επίσης να του επιβάλλονται κυρώσεις από το δικαστήριο. Παράλληλα, τα θύματα τέτοιων αγωγών θα μπορούν να ζητούν αποζημίωση, για παράδειγμα για ψυχολογική βλάβη ή συκοφαντική δυσφήμηση. Για να περιοριστεί το φαινόμενο κατά το οποίο οι ενάγοντες επιλέγουν να προσφεύγουν σε δικαστήρια που είναι πιθανότερο να ταχθούν υπέρ τους, οι υποθέσεις δυσφήμησης θα μπορούν να εκδικάζονται μόνο σε δικαστήρια της χώρας του εναγόμενου. Όταν τέτοιου είδους αγωγές αφορούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ, αλλά εκδικάζονται σε χώρες εκτός ΕΕ, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να αναγνωρίζουν τις σχετικές αποφάσεις των δικαστηρίων, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να επιτρέπουν στα θύματα αυτών των αγωγών να ζητούν αποζημίωση από τα εθνικά δικαστήρια.
Διασυνοριακή εφαρμογή και εγγυήσεις προστασίας
Εφόσον εγκριθούν, οι νέοι κανόνες θα εφαρμόζονται σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα, δηλαδή όταν ο εναγόμενος, ο ενάγων και το δικαστήριο δεν έχουν την έδρα τους στην ίδια χώρα ή όταν το αντικείμενο της υπόθεσης (ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για άρθρο στον Τύπο, ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βίντεο, έρευνα ή έργο τέχνης) αφορά περισσότερα από ένα κράτη μέλη και είναι προσβάσιμο ηλεκτρονικά.
Η πρόταση οδηγίας προβλέπει διαδικασίες προστασίας για όσους βρίσκονται στο στόχαστρο τέτοιων αγωγών, δίνοντάς τους, για παράδειγμα, τη δυνατότητα να ζητούν την απόρριψη της αγωγής σε πρώιμο στάδιο. Προβλέπεται επίσης ότι ο ενάγων θα είναι εκείνος που θα πρέπει να αποδεικνύει ότι η αγωγή του δεν είναι αβάσιμη. Στις περιπτώσεις που θα διαπιστώνεται ότι μια αγωγή είναι καταχρηστική, ο ενάγων θα υποχρεούται επίσης να καλύπτει το σύνολο των δικαστικών εξόδων, συμπεριλαμβανομένης της νομικής εκπροσώπησης του εναγομένου, ενώ θα μπορούν επίσης να του επιβάλλονται κυρώσεις από το δικαστήριο. Παράλληλα, τα θύματα τέτοιων αγωγών θα μπορούν να ζητούν αποζημίωση, για παράδειγμα για ψυχολογική βλάβη ή συκοφαντική δυσφήμηση. Για να περιοριστεί το φαινόμενο κατά το οποίο οι ενάγοντες επιλέγουν να προσφεύγουν σε δικαστήρια που είναι πιθανότερο να ταχθούν υπέρ τους, οι υποθέσεις δυσφήμησης θα μπορούν να εκδικάζονται μόνο σε δικαστήρια της χώρας του εναγόμενου. Όταν τέτοιου είδους αγωγές αφορούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ, αλλά εκδικάζονται σε χώρες εκτός ΕΕ, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να αναγνωρίζουν τις σχετικές αποφάσεις των δικαστηρίων, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να επιτρέπουν στα θύματα αυτών των αγωγών να ζητούν αποζημίωση από τα εθνικά δικαστήρια.
Αρωγή και κατάρτιση σε επίπεδο κρατών μελών
Οι ευρωβουλευτές ζητούν να συσταθούν σε όλα τα κράτη μέλη ειδικές υπηρεσίες στις οποίες θα μπορούν να απευθύνονται όσοι βρίσκονται αντιμέτωποι με αγωγές τέτοιου είδους, προκειμένου να λαμβάνουν πληροφορίες και συμβουλές. Καλούν επίσης τις αρχές των κρατών μελών να παρέχουν οικονομική, νομική και ψυχολογική βοήθεια στα θύματα καταχρηστικών αγωγών. Οι χώρες της ΕΕ καλούνται ακόμη να διασφαλίσουν ότι οι επαγγελματίες νομικοί θα λαμβάνουν επαρκή εκπαίδευση σχετικά με τον χειρισμό καταχρηστικών αγωγών, καθώς και ότι οι επαγγελματικές ενώσεις τους θα υιοθετήσουν κανόνες που θα αποθαρρύνουν τα μέλη τους από το να αναλαμβάνουν καταχρηστικές αγωγές. Τέλος, οι ευρωβουλευτές ζητούν από τα κράτη μέλη να συλλέξουν δεδομένα για τις καταχρηστικές αγωγές, ιδίως όσον αφορά τις αποφάσεις που λαμβάνουν τα δικαστήρια, και καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συστήσει ένα μητρώο της ΕΕ στο οποίο θα συγκεντρώνονται όλα τα σχετικά στοιχεία.
Δηλώσεις
Η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Roberta Metsola δήλωσε: «Η δημοσιογραφία χρειάζεται θάρρος – αλλά οι δημοσιογράφοι δεν πρέπει να αναγκάζονται να είναι γενναίοι για να την ασκήσουν. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα προστατεύει πάντα όσους αναζητούν την αλήθεια και θα υπερασπίζεται το δημοκρατικό μας δικαίωμα να ενημερωνόμαστε. Εφόσον με αβάσιμες αγωγές απειλούνται ζωές και μέσα διαβίωσης, εφόσον καταχρώνται τα δικαστικά μας συστήματα, θα πρέπει να αντιδράσουμε νομοθετώντας. Με το σημερινό νομοσχέδιο, το οποίο στηρίχθηκε σθεναρά στην ολομέλεια, αυτό ακριβώς πράττουμε.»
Μετά την ψηφοφορία, ο εισηγητής Tiemo Wölken (Σοσιαλδημοκράτες, Γερμανία) δήλωσε: «Οι καταχρηστικές αγωγές αποθαρρύνουν τις αντίπαλες φωνές από το να φέρουν στο φως ζητήματα δημόσιου ενδιαφέροντος. Οι δημοσιογράφοι και οι ακτιβιστές αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο των δημοκρατιών μας και θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελούν το έργο τους χωρίς να εκφοβίζονται. Με την οδηγία αυτή επιδιώκουμε να διασφαλίσουμε ότι θα προστατεύονται σε ολόκληρη την ΕΕ, ότι τα θύματα θα λαμβάνουν οικονομική και ψυχολογική στήριξη και ότι θα υπάρχει ευρύτερος ορισμός των διασυνοριακών υποθέσεων. Τα δικαστήριά μας δεν μπορούν να αποτελούν πεδίο δράσης για τους πλούσιους και ισχυρούς.»
Επόμενα βήματα
Η πρόεδρος του Κοινοβουλίου Roberta Metsola και ο εισηγητής Tiemo Wölken θα παραχωρήσουν συνέντευξη Τύπου την Τετάρτη στις 11:00 π.μ. (ώρα Κεντρικής Ελλάδας). Οι συνομιλίες μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου σχετικά με το τελικό κείμενο της νομοθεσίας θα ξεκινήσουν αργότερα την ίδια ημέρα. Οι υπουργοί της ΕΕ συμφώνησαν επί της δικής τους διαπραγματευτικής θέσης τον περασμένο μήνα.
Σχετικές πληροφορίες
Το Κοινοβούλιο έχει ταχθεί επανειλημμένα υπέρ της ενίσχυσης της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης. Λαμβάνοντας υπόψη του τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό των SLAPPs, το Κοινοβούλιο έχει εγκρίνει πολυάριθμα ψηφίσματα, στα οποία καταγγέλλει τις επιθέσεις κατά δημοσιογράφων και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ζητά να ενισχυθεί η προστασία τους. Σύμφωνα με τον Συνασπισμό κατά των SLAPPs στην Ευρώπη (CASE), το 2020 καταγράφηκε αριθμός ρεκόρ τέτοιων υποθέσεων στην Ευρώπη, με τον συνολικό αριθμό τους να ανέρχεται σε 114.
Μέσω της νομοθεσίας αυτής, το Κοινοβούλιο ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών όπως αυτές εκφράστηκαν στο κείμενο των προτάσεων της Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, η νομοθεσία αφορά την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και της προπαγάνδας (πρόταση 23.5), την ανάπτυξη μιας πιο αποτελεσματικής και ενοποιημένης πολιτικής για αυταρχικά και υβριδικά καθεστώτα και την ανάπτυξη εταιρικών σχέσεων με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (πρόταση 24.8), τη θέσπιση νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των απειλών κατά της ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης (πρόταση 27.1) και την αυστηρή επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ στον τομέα των μέσων ενημέρωσης πρόταση (27.2).