Ο Χίτλερ πείσμα το ‘βαλε/ στην Κρήτη να πατήσει
Οπού ‘ναι το χρυσό κλειδί/ ούλης τση Μεσογείου
και ‘ριχνε βόμβες στα χωριά/ τσ’ ανθρώπους να φοβίσει
ο ουρανός σκοτείνιασε/ γίνηκε η μέρα νύχτα
κι η θάλασσα φορτούνιασε/ που η γη βαθιά τζη ‘πόνειε
πέφτανε αλεξιπτωτιστές/ σαν αστακοί οπλισμένοι
Μα η ψυχή του Κρητικού/ που φόβο δεν κατέχει
ορμά με λύσσα σαν θεριό/ τσι Γερμανούς να πνίξει
ο κόσμος εξετάσθηκε/ τσι Κρητικούς θαυμάζει
γιατί μπροστά στη Λευτεριά/ Χάρο δε λογαριάζουν
Κρήτη, γεννήτρα τσ’ αντρειάς.

