Την επιτακτική ανάγκη της οικονομικής στήριξης των Αγροτικών Συνεταιρισμών στην εποχή της πανδημίας της Covid 19, επισημαίνει σε ερώτησή της η βουλεύτρια Πιερίας Ελισσάβετ (Μπέττυ) Σκούφα, την οποία συνυπογράφει ο τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης Σταύρος Αραχωβίτης, η αναπληρώτρια τομεάρχης Ολυμπία Τελιγιορίδου κι ακόμη 41 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ.
Στην ερώτηση αναδεικνύεται το μέγεθος των οικονομικών προβλημάτων, αλλά και η αναποτελεσματικότητα της στάσης της Κυβέρνησης, η οποία εξακολουθεί να εφαρμόζει το μοντέλο των ωραίων επικοινωνιακών λόγων, χωρίς ουσιαστικές και κυρίως χωρίς δίκαιες πράξεις οικονομικής στήριξης.
Ο νόμος της Ν.Δ και η ιδεολογική εμμονή
Όπως επισημαίνει η κα Σκούφα με νόμο του 2020 της Νέας Δημοκρατίας, εφαρμόζεται και στους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς ό,τι ισχύει για τις επιχειρήσεις και συγκεκριμένα αντιμετωπίζονται ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν εμπορική ιδιότητα. Ραχοκοκαλιά του νόμου είναι, η κατά πάγια ιδεολογική εμμονή της ΝΔ, ενίσχυση της ταυτότητας κάθε δρώντος της οικονομίας, των ΑΣ μη εξαιρουμένων, ως οικονομικών μονάδων, κατ’ όνομα ισοτίμων προς τους λοιπούς οικονομικούς παράγοντες.
Η Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι ο συγκεκριμένος νόμος ανοίγει το δρόμο στα μέλη των Αγροτικών Συνεταιρισμών, μέσω των διατάξεων του καταστατικού που εκείνα θα ορίσουν, να διαμορφώσουν το κατάλληλο για εκείνα πλαίσιο λειτουργίας ως ιδιωτικής και αυτόνομης επιχειρήσης η οποία θα (υποτίθεται ότι) έχει πρόσβαση σε όλες τις επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Φυσικά η ισότιμη μεταχείριση και πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία των ΑΣ ήταν «κατ’ όνομα», καθώς «Συνεταιρισμός» σύμφωνα με τη Διεθνή Συνεταιριστική Συμμαχία, είναι μια «αυτόνομη ένωση προσώπων που συγκροτείται εθελοντικά για την αντιμετώπιση των κοινών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αναγκών και επιδιώξεων τους, διαμέσου μιας συνιδιόκτητης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης», δηλαδή ο,τιδήποτε άλλο εκτός από άλλη μία αυτοτελή, συνήθη οικονομική μονάδα του ιδιωτικού τομέα.
Αποδυνάμωση των ΑΣ και εξομοίωση με ιδιωτικές επιχειρήσεις
«Οι συνεταιρισμοί αποτελούν ιστορικά τον κύριο κορμό της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα, που μακράν απέχει της ιδιωτικο-οικονομικής εξομοίωσης που βλέπετε ως Άγιο Δισκοπότηρο» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά η κα Σκούφα.
Με βάση τα παραπάνω, και σε συνδυασμό με τη δυνατότητα που παρέχει πλέον ο νόμος της Νέας Δημοκρατίας της μείωσης του ποσοστού παράδοσης από τον αγρότη της αγροτικής παραγωγής του στον ΑΣ από 80% σε 75% και τη δυνατότητα εισόδου στους ΑΣ «επενδυτών», που ουσιαστικά είναι είτε οι ανταγωνιστές των ΑΣ, είτε οι άλλοτε προμηθευτές ή αγοραστές των προϊόντων τους, η Κυβέρνηση πέτυχε αφενός τη χαλάρωση της έννοιας της «ένωσης κοινού σκοπού», αφετέρου αποδυνάμωσε πλήρως τη διαπραγματευτική τους δύναμη, καθίζοντας στο ΔΣ των ΑΣ αυτούς με τους οποίους οι ΑΣ έχουν εξ αρχής αντίθετα συμφέροντα.
«Θέλατε να εξομοιώσετε απολύτως τους ΑΣ με τις λοιπές ιδιωτικές επιχειρήσεις, τι πράξατε όμως για να στηρίξετε οικονομικά τους ΑΣ, όπως στηρίξατε -για παράδειγμα- τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή τον τομέα των αεροπορικών ταξιδιωτικών εταιρειών, ή -πάντα επιλεκτικά αλλά ποτέ οριζόντια ή ισότιμα ή αναλογικά- άλλους επιχειρηματικούς κλάδους;», σημείωσε η κα Σκούφα κάνοντας λόγο για «απολύτως περιφρονημένους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς», που είναι αυτοί που εξασφαλίζουν τα βασικά είδη διατροφής σε προσιτές τιμές (ακόμη) και όχι ως delikatessen.
Ο αποκλεισμός των Αγροτικών Συνεταιρισμών από την οικονομική ενίσχυση
Οι ΑΣ έπρεπε λοιπόν, να επιδιώξουν την οικονομική τους ενίσχυση όπως όλοι οι ιδιώτες. Σύμφωνα όμως με τις πληροφορίες των μελών των ΑΣ Πιερίας, οι ΑΣ αποκλείσθηκαν πανηγυρικά από το χρηματοδοτικό εργαλείο ενίσχυσης της ρευστότητας μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής, επειδή 1) κατά τους προηγούμενους μήνες (Νοέμβριο ως και Φεβρουάριο) δεν παρουσίασαν μείωση των εσόδων τους, καθώς παγίως τους χειμερινούς μήνες δεν έχουν παραγωγή, και 2) όσα αγροτικά προϊόντα πωλούν, το πράττουν για λογαριασμό των μελών τους. Έτσι τα όποια τυχόν έσοδα παρουσιάζουν, δεν είναι πραγματικώς δικά τους. Αυτό όμως είναι αρκετό για να απορριφθούν λόγω του εισοδηματικού κριτηρίου από τα υπάρχοντα χρηματοδοτικά εργαλεία της όποιας “ενίσχυσης”.