Βίαιες ανακατατάξεις στον κρατικό προϋπολογισμό του 2020

– Πυροσβεστικές παρεμβάσεις σε εθνικό επίπεδο, το «μαξιλάρι» και το άλλοθι ή η ευκαιρία σε Ευρωπαϊκό.

Του Δημ. Μάρδα*

Ο κρατικός προϋπολογισμός αναθεωρείται άρδην, ενώ η αναστολή των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), που ανακοίνωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είναι εύλογα προς τη σωστή κατεύθυνση έστω και καθυστερημένα. Περιμένουμε και τις αποφάσεις του Eurogroup.

Και οι εξελίξεις τρέχουν με αιχμή του δόρατος την Ιταλία. Εκεί προβλέπεται μείωση του Ακαθαρίστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) κατά 8-10% το πρώτο εξάμηνο του έτους. Το χρέος της από το 135% του ΑΕΠ θα εκτιναχθεί ενώ το ετήσιο πρόγραμμα εξυπηρέτησης του ανέρχεται σε 230 δις. ευρώ. Τέλος, οι ανάγκες σε ρευστότητα εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 250 δις ευρώ για φέτος. Και η Ισπανία ακολουθεί!

Στην Ελλάδα αν κοπάσει η κρίση τον Μάιο η ζημία εκτιμάται ότι δε θα ξεπεράσει τα 10 δις ευρώ. Το μαξιλάρι των 35 δις ευρώ (32 δις ευρώ πλέον) που δημιουργήθηκε –ευτυχώς– από την προηγούμενη κυβέρνηση δίνει μια βαθιά ανάσα στο κράτος. Από αυτά τα 16 δις ανήκουν στους Οργανισμούς, τα Ταμεία κ.λπ ενώ τα 15,7 δις ευρώ προέρχονται από άλλες πηγές (9,5 δις ευρώ δόση δανείου από τους πιστωτές κ.λπ). Στο δεύτερο όμως ποσό έχει λόγο και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας στην περίπτωση που το χρησιμοποιήσουμε.

Επιπλέον τα Ταμεία, πανεπιστήμια, Δήμοι ο ΕΦΚΑ και τα νοσοκομεία έχουν καταθέσεις στις εμπορικές τράπεζες της τάξης των 7 περίπου δις ευρώ. Η υπάρχουσα ρευστότητα μας επιτρέπει να υιοθετηθούν τολμηρά μέτρα για να αποφευχθεί η μεγάλη «βουτιά» της οικονομίας.

Σε εθνικό επίπεδο ανακοινώθηκε πρόσφατα μια νέα δέσμη μέτρων 3,8 δισ. ευρώ. Απομένουν και άλλα που θα προκύψουν από τον ανασχεδιασμό του κρατικού προϋπολογισμού. Στο πλαίσιο αυτό και αν παραστεί ανάγκη, προτείνονται ενδεικτικά και όχι εξαντλητικά, κάποιες πυροσβεστικές άμεσες λύσεις, όχι ευχάριστες φυσικά, που δεν επηρεάζουν όμως το τελικό του αποτέλεσμα (δηλαδή το συνολικό έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού).

Αναλυτικότερα, ο κρατικός προϋπολογισμός προβλέπει για το 2020 μεταβιβάσεις στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) της τάξης των 2,5 δις ευρώ. Πολλοί δήμοι-περιφέρειες όμως έχουν πλεονάσματα τα οποία σύμφωνα με την πρώτη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) του Απριλίου του 2015 και ό,τι ακολούθησε, οφείλουν να τα καταθέτουν σε δικό τους λογαριασμό στην Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ).

Το κράτος ακολούθως τα χρησιμοποιεί για να καλύψει τις βραχυχρόνιες ανάγκες του. Οι ΟΤΑ ό,τι χρήματα χρειάζονται μπορούν να τα «τραβήξουν» όποτε θέλουν από την ΤτΕ. Το ίδιο ισχύει και για τα Ταμεία και του Οργανισμούς του Δημοσίου.

Έχοντας υπόψη τις ανάγκες που προκλήθηκαν λόγω Κορωνοϊού, μπορεί να ακολουθηθεί η εξής λύση. Τα κράτος να περικόψει μέρος των επιχορηγήσεών του προς του δήμους-περιφέρειες εκείνους με υψηλά πλεονάσματα, στρέφοντας τα χρήματα αυτά  στο Υπουργείο Υγείας ή οπουδήποτε αλλού κρίνει.

Βέβαια αυτό θα αναγκάσει τους δήμους να κάνουν αναλήψεις τόσο από τις εμπορικές τράπεζες όσο και από την ΤτΕ, εξέλιξη που θα μειώσει τις δυνατότητες του κράτους για βραχυχρόνιο δανεισμό. Το βαρύ πυροβολικό των καταθέσεων ανήκει όμως στα Ταμεία και τους Οργανισμούς του Δημοσίου.

Μια δεύτερη λύση αναφέρεται στις δαπάνες του Προγράμματος των Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), που ανέρχονται σε 6.750 εκ. ευρώ για το 2020. Στο σύνολο αυτό η χρηματοδότηση της ΕΕ ανέρχεται σε 3.479 εκ. ευρώ. Εφόσον δεν ανακοινωθούν γενναία μέτρα εκ μέρους της ΕΕ ή καθυστερήσει η ανακοίνωση τους, να παρθεί πολιτική απόφαση στους κόλπους της Ένωσης και να επιτραπεί η μεταφορά μέρους του ποσού των 3.479 εκ. ευρώ στον τακτικό προϋπολογισμό. Μαζί με αυτό το ποσό θα μεταφερθεί και το ποσό της εθνικής χρηματοδότησης που συνδέεται με εκείνο της κοινοτικής. Δεν πρέπει όμως να αγγιχθεί  το ποσό των 470 εκ. ευρώ που αναφέρεται στη γεωργία και τα διαρθρωτικά της προγράμματα. Η προτεινόμενη λύση στερεί τη χώρα από κάποιες επενδύσεις, δεν περιστέλλει όμως τη ζήτηση. Οι επιπτώσεις της  μπορούν να μετριαστούν αν γίνει μια προσεκτική περικοπή την δαπανών αυτών.

Το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού (έσοδα πλην τις δαπάνες εξαιρουμένων των δαπανών αποπληρωμής των τόκων) μειώνεται. Από την άλλη όμως πλευρά θα μειωθεί και το ΑΕΠ. Η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από τα 3,5% του ΑΕΠ οδηγεί αυτόματα στην αύξηση του ελλείμματος του προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης εξέλιξη που θα οδηγήσει στον αυξημένο δανεισμό της χώρας. Οπότε με τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κλείνουμε μια «τρύπα» ανοίγοντας όμως μια άλλη εξίσου σοβαρή.

Η κρίση του Κορωνοϊού μπορεί να θεωρηθεί ως άλλοθι ή ως ευκαιρία για την ΕΕ. Αυτή καλείται επιτέλους να αλλάξει γραμμή πλεύσης στο μείγμα πολιτικής που έχει επιλέξει. Η Ιταλία ήδη κρούει το κώδωνα του κινδύνου. Αν δεν ακούσουν τον θόρυβό του οι Βρυξέλλες, η Φρανκφούρτη και ιδίως το Βερολίνο, τότε ο κρότος που θα προκληθεί από την κατάρρευση της οικονομίας των γειτόνων μας, θα ταράξει τα πάντα στην ΕΕ, θέτοντας την Ευρώπη σε άλλη τροχιά στο άμεσο και όχι απώτερο μέλλον.

*Του Δημήτρη Μάρδα

Καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ. Π. Αν. Υπουργού Οικονομικών στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, 2015.