«Σοβατισμένη νιότη…»

Είναι αυτές οι γειτονιές που κρύβουν φανερά, αφανέρωτα μυστικά…

Είναι αυτές οι βραδιές που θες να βγεις, να ακροβατήσεις σε τεντωμένο σχοινί…

Είναι αυτές οι Παρασκευές που σε καλούν να ανακαλύψεις τον κόσμο τους εκεί ανάμεσα σε κάποια καλά κρυμμένα στενά, ή πάνω σε γνωστούς δρόμους όπου λαμβάνουν χώρα τα νυχτοπερπατήματα σε Αθήνα και Πειραιά.

Έτσι αργά, πολύ αργά μέσα στη νύχτα, το ρολόι έδειχνε τέσσερις παρά, ξημερώματα Σαββάτου…

η ώρα που ζωντανεύουν τα κόκκινα όνειρα και η πίστα έχει γεμίσει απ’ τα γαρύφαλλα. 

Είναι η ώρα που άλλοι ξυπνούν, άλλοι κοιμούνται και άλλοι πίνουν σε μια διονυσιακή κατάσταση , έχοντας την ανάγκη να ξεδώσουν από ό,τι πιθανόν τους βασανίζει, όπως ενός ανεκπλήρωτου έρωτα, ενός χωρισμού, ενός έρωτα για κάτι που χάθηκε, για κάτι που προσμένουν να έρθει και ποιο εκλαϊκευμένα πίνουν για την καψούρα τους με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται, αλλά και η συνειδητή επιλογή μιας διασκέδασης όπου έτσι γαλουχήθηκαν, ασπάστηκαν και υιοθέτησαν.

Βρισκόμενη ως παρατηρητής σε ένα τέτοιο είδος διασκέδασης, είδα ότι οι άνθρωποι εκεί το ζουν και το ζουν εκατοστό το εκατοστό, βγάζοντας έτσι τον νταλκά τους με διαπασών τη μουσική, με αρκετό ποτό σε μια ανταλλαγή πανεριών με γαρύφαλλα, όπου και εκεί υπάρχουν οι άγραφοι νόμοι αλλά γνωστοί σε όλους μας για το τι μπορεί να συμβεί με ένα παραστράτημα και να βρεθείς στο πεζοδρόμιο και αυτό να γεμίσει μερικές κηλίδες από αίμα.

Κι αν έχεις άγιο δίπλα σου, τυχερός θα είσαι να σε βρει το φως της αυγής, ακραίο αλλά ρεαλιστικό.

Παρόλα αυτά οι θαμώνες παραμένουν θαμώνες, η μουσική και το ποτό δε σταματούν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες και φρέσκες κοπέλες σοβατίζουν τη νιότη τους, αναζητώντας την τύχη τους στη νύχτα όπως και το νυχτοκάματο μέσα από τη δουλειά τους, δίνοντας έντονα το παρόν σε μια άλλη μορφή ενός καπιταλιστικού συστήματος που ριζώνει όλο και περισσότερο με το πέρασμα των χρόνων.

Αριστέα Κοντόζογλου 

Δημοσιογράφος