Στις 23 του Μάρτη 1945 δολοφονήθηκε κοντά στον Πέλεκα(Κεραμίδι) από εθνοφύλακες του 151ου Τάγματος και παρακρατικούς μοναρχο-φασίστες ο Κώστας Συννεφάκης (καπετάν Νικήτας) διοικητής και καπετάνιος του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Ο «Νικήτας» είχε συλληφθεί ύστερα από προδοσία στο Ν. Κεραμίδι.
Ο Κώστας Συννεφάκης γεννήθηκε το 1912 στο Λιβάδι Ελασσόνας. Ήταν τραπεζικός υπάλληλος στην Αγροτική Τραπεζα, έφεδρος υπολοχαγός του ελληνικού στρατού, ταγματάρχης του ΕΛΑΣ, αργότερα διοικητής και καπετάνιος του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ
΄Οντας υπάλληλος στην Αγροτική Τράπεζα της Κατερίνης, μαζί με άλλους 6 συναδέλφους του ανέβηκε στο βουνό για να αντισταθεί στον κατακτητή. Αντικατέστησε τον προηγούμενο καπετάνιο του 50ου Συντάγματος Ζαχαρία Καρακίτσο ( Παύλο ) τον οποιο Έλληνες γκεσταπίτες- δωσίλογοι σκότωσαν στις 17 του Γενάρη του 1944 στο Λιτόχωρο και έφεραν το κομμένο κεφάλι του στην πλατεία της Κατερίνης.
Ο «Νικήτας» συμμετείχε στο χτύπημα της γέφυρας του Γοργοποτάμου, στα σαμποτάζ και την ανατίναξη των σιδηροδρομικών γραμμών στα Τέμπη το Φλεβάρη του 1944 και στην περιοχή Λιτόχωρου, Πλαταμώνα.
Ο καπετάνιος κινδύνεψε πολλές φορές να σκοτωθεί από τους Γερμανούς φασίστες και τους συνεργάτες τους, καθοδηγώντας της ομάδες κρούσης του ΕΛΑΣ ενάντια στο γερμανικό στρατό Κατοχής και τους ντόπιους εθνοπροδότες.
Ο «Νικήτας» βασανίστηκε στο Νέο Κεραμίδι πλην δολοφονηθεί στην πορεία για την Κατερίνη.
Απευθυνόμενους στους διώκτες του τους ρώτησε.
«θα με σκοτώσετε; εμπρός υπάρχει ένας λαός που θα με κλάψει και θα με εκδικηθεί»
Τον νεκρό εξέτασε ο γιατρός Δάμπασης, σε μια πρόχειρη νεκροψία στο νεκροταφείου της Αγίας Αικατερίνης.
Στην κηδεία του ένας λόχος που κυβερνητικού στρατού προσπάθησε να εμποδίσει το λαό να πλησιάσει για την κηδεία του παλικαριού.
Ο χώρος όμως του νεκροταφείου της Αγίας Αικατερίνης πλημμύρισε από γυναίκες αγρότισσες, νεολαίους της ΕΠΟΝ, μαχητές του ΕΛΑΣ, λαϊκούς ανθρώπους.
Πάνδημή ήταν η κηδεία του παρά την τρομοκρατία .
Ο λαός τον τραγούδησε, αποχαιρετώντας τον.
«Μικρό πουλάκι κάθεται στον Ελυμπο και κλαίει
Κλαίει και τηράει και χλιβεται τη δόλια Κατερίνη …
Πούσαι ανδρειωμένε Ακριτη μου
Πούσαι καπταν Νικήτα
Πούσαι που τρέμαν οι οχτροί τ’ άγριο περπάτημά σου
κι εκείνος γλυκομίλησε, γλυκιά φωνούλα βγάζει
πουλάκι εγώ δεν πέθανα γλυκά-γλυκά κοιμάμαι
κι ακαρτερώ μιαν άνοιξη να γιάνουν οι πληγές μου
τ΄ αρμάτα πάλι να ζωστώ για τη γλυκιά πατρίδα».
……………………
Ν. Σαλπιστής