– Πατέρα, θέλω να συζητήσουμε κάτι
– Ναι αγόρι μου, πες μου
– Σε λίγες μέρες απολύομαι και….
– Και μέχρι το τέλος της χρονιάς θα δουλεύεις στο γραφείο του θείου Γιώργου! Τι καλύτερο για έναν επιστήμονα, να τακτοποιηθεί επαγγελματικά αμέσως, χωρίς αιτήσεις και παρακάλια;
– Η δουλειά αυτή προέκυψε τώρα, λίγο πριν πάρω το φύλλο πορείας;
– Όχι βέβαια! Μόλις ορκίστηκες πήγα στο θείο και τα συμφωνήσαμε
– Χωρίς να με ρωτήσετε
– Φρόντισα για σένα Χρήστο ̇ μην ξεχνάς ότι ο θείος Γιώργος δεν έχει παιδιά, σε σένα θα μείνει το γραφείο. Θα με κατηγορήσεις γι αυτό;
– Πάντα φρόντιζες για μένα πατέρα
– Οι γονείς νοιάζονται για τα παιδιά τους
– Απ’ την πρώτη μέρα της ζωής τους
– Θα το νιώσεις όταν γίνεις πατέρας κι εσύ
– Δεν ξέρω
– Είναι κανόνας γιε μου. Κάθε γενιά φροντίζει την επόμενη να ζήσει καλύτερα
– Έζησες όπως ήθελες δηλαδή
– Είχα τη δουλειά μου, έκανα οικογένεια, πήρα αυτοκίνητο, εξοχικό στη θάλασσα, έχω τα εγγόνια μου απ’ την Κική
– Που την πάντρεψες στα δεκαεφτά της
Ο πατέρας νευριάζει και χτυπά το χέρι του στο μπράτσο του καναπέ
-Τι θα πει την πάντρεψα; Αυτή έκανε σαν τρελή να πάρει τον Μίλτο, δεν θυμάσαι που απειλούσε ν’ αυτοκτονήσει αν δεν τον παντρευόταν;
-‘Όχι δεν το θυμάμαι. Την θυμάμαι να κλαίει επειδή οι φίλες της έμεναν έξω μέχρι τα μεσάνυχτα κι αυτή γυρνούσε σπίτι στις εννιάμισι
– Κάθε σπίτι έχει τους κανόνες του
– Κι ο αρχηγός βάζει τους κανόνες…
– Πώς να το κάνουμε, αν δεν υπάρχει ηγέτης όλα πάνε κατά διαόλου!
– Κατά βάθος όλοι θέλουμε να είμαστε αφεντικά. Μπορούμε όμως;
– Τι θες να πεις;
– Δεν σε κατακρίνω πατέρα ̇ αναρωτιέμαι μόνο
– Για ποιο πράγμα;
– Γιατί η μαμά σταμάτησε να δουλεύει μόλις αρραβωνιαστήκατε ή για ποιο λόγο η Κική παντρεύτηκε στα δεκαεπτά της. Γιατί αγόρασες το εξοχικό στη θάλασσα αφού δεν ξέρεις να κολυμπάς ούτε να ψαρεύεις. Γιατί οι πελάτες στη δουλειά σου ήταν κατά κύριο λόγο επιστήμονες αλλά οι φίλοι σου σχεδόν αγράμματοι
– Τι σχέση έχουν ολ’ αυτά, τι θες να μου πεις;
-Δεν ξέρω πώς να στο πω… Θα φύγω στο εξωτερικό πατέρα
Ο πατέρας πετάγεται όρθιος
-Τι είπες;
– Θα φύγω, θα πάω στη Σκωτία. Δουλεύει εκεί ένας συνάδελφος στο πανεπιστήμιο του Περθ και βρήκε θέση και για εμένα.
– Τι Περθ και Μερθ μου τσαμπουνάς τώρα; Θ’ αφήσεις δουλειά με προοπτικές στην πατρίδα σου για πας σε μια ξένη χώρα να δουλέψεις υπάλληλος; Τρελάθηκες;
– Πατέρα μη σκέφτεσαι έτσι… Θέλω ν’ ανοίξω τα φτερά μου, να κάνω πράγματα μόνος μου
– Θα χτυπάς μόνος σου το κεφάλι σου ή θα γυρίσεις πίσω να κλαίμε όλοι μαζί; Οι ευκαιρίες στη ζωή δίνονται μία φορά!
– Σε παρακαλώ, σταμάτα
– Εσύ να σταματήσεις τις εξυπνάδες και να βάλεις μυαλό. Για ποιόν νομίζεις ότι αγωνίστηκα τόσα χρόνια, για ποιόν έκανα θυσίες; Για σένα και την αδελφή σου! Και μου τα πετάς στα μούτρα για να ανοίξεις τα φτερά σου! Και να πας πού; Στη Σκωτία σε μια δουλειά που σου βρήκε ένας φίλος!
– Σε παρακαλώ, μη βγάζεις τ’ απωθημένα σου σε μένα. Σε κυνηγούν όσα δεν έκανε ο δικός σου πατέρας
– Τα δύσκολα οικονομικά μας τότε δεν επέτρεπαν δυο φοιτητές σ’ ένα σπίτι με οχτώ στόματα. Ο μεγαλύτερος Γιώργος έπρεπε να σπουδάσει κι εγώ να δουλεύω για να τα φέρουμε βόλτα… Κι εσείς που τα είχατε όλα γιατί φέρεστε έτσι; Η αδελφή σου έρχεται να μας δει μια φορά το μήνα κι εσύ θα αλλάξεις χώρα! Μήπως ν’ αλλάξεις ήπειρο για να μην μας βλέπεις καθόλου;
– Αχ πατέρα, δεν είναι έτσι… Άσε με να δοκιμάσω χωρίς τις οδηγίες σου. Χωρίς τον δικό σου διακριτικό αλλά οδυνηρό έλεγχο
– Θα τη σκοτώσεις τη μάνα σου
– Η μαμά θα καταλάβει. Μάλλον θα χαρεί γιατί θα κάνω όσα δεν μπόρεσε αυτή. Επειδή δεν της το επέτρεψες